Γράφει ο Παναγιώτης Κόνσουλας
Οικονομολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Τα επαναλαμβανόμενα περιστατικά βίας στους δρόμους, συχνά με θανατηφόρα κατάληξη, έχουν αρχίσει να αποτελούν ένα ζοφερό φαινόμενο που διαπερνά την καθημερινότητά μας. Συμπλοκές για μια προσπέραση, λογομαχίες για μια θέση στάθμευσης, νεύρα για μια καθυστέρηση στο φανάρι, όλα αυτά που κάποτε έληγαν με ένα «άστο μωρέ» σήμερα εξελίσσονται, ολοένα και συχνότερα, σε ωμές εκρήξεις ανεξέλεγκτης βίας. Η κοινωνία μοιάζει σαν να έχει χάσει ένα κρίσιμο φίλτρο αυτοσυγκράτησης, ένα φρένο που παλαιότερα, έστω και οριακά, λειτουργούσε.
Το ανησυχητικό στοιχείο δεν είναι μόνο η συχνότητα των επεισοδίων, αλλά και η ένταση τους. Βλέπουμε πλέον περιπτώσεις όπου μικροδιαπληκτισμοί κλιμακώνονται σε θανατηφόρες συγκρούσεις μέσα σε δευτερόλεπτα. Άνθρωποι που βγήκαν για να πάνε στη δουλειά τους δεν επιστρέφουν ποτέ, επειδή κάποιος θεώρησε ότι θίχτηκε, επειδή κάποιος «πήρε προσωπικά» μια απλή κυκλοφοριακή παρεξήγηση. Το φαινόμενο δείχνει ότι έχουμε εισέλθει σε μια εποχή όπου ο θυμός βρίσκεται μονίμως στην επιφάνεια, έτοιμος να εκραγεί.
Τα κοινωνικά αίτια αυτής της έντασης είναι βαθύτερα από όσο νομίζουμε. Η οικονομική πίεση, το άγχος, η ανασφάλεια, η διαρκής κόπωση, η έλλειψη ανοχής και οι καθημερινές μικρές ματαιώσεις που συσσωρεύονται, λειτουργούν σαν ένα εσωτερικό «καζάνι» που βράζει. Όταν αυτό συνδυάζεται με μια κουλτούρα χαμηλής υπομονής και υψηλής καχυποψίας, τότε μια απλή διαφωνία στον δρόμο μετατρέπεται σε πεδίο μάχης. Η κοινωνία βράζει, και οι δρόμοι γίνονται το σημείο όπου εκτονώνεται όλο αυτό το συσσωρευμένο βάρος.
Οι περισσότεροι παραβατικοί πολίτες σε τέτοιου είδους περιστατικά, πιστεύουν ότι ένας θερμόαιμος καβγάς στη μέση του δρόμου, ειδικά αν δεν υπάρχει και επιτόπια αστυνόμευση στο συμβάν, πιθανότατα δεν θα έχει συνέπειες, μέχρι όμως να έχει τις χειρότερες δυνατές, όπως ένα θάνατο!
Η πολιτεία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα μόνο με αυστηρότερες ποινές, χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση: καλύτερη εκπαίδευση οδηγών, ενίσχυση της παρουσίας της τροχαίας, προγράμματα ενημέρωσης, αλλά κυρίως καλλιέργεια κουλτούρας σεβασμού, αλληλεγγύης και ψυχραιμίας.
Ωστόσο, η πραγματική αλλαγή ξεκινά από τον ίδιο τον πολίτη. Χρειάζεται να θυμηθούμε ότι η καθημερινότητα στους δρόμους δεν είναι πεδίο επιβολής ισχύος. Κανένα δίκιο, καμία προσβολή, καμία προτεραιότητα δεν αξίζει μια ανθρώπινη ζωή. Μπορεί να μην μπορούμε να ελέγξουμε τη συμπεριφορά των άλλων, όμως μπορούμε να ελέγξουμε τη δική μας αντίδραση: ένα βαθύ αναπνευστικό διάλειμμα, ένα «δεν πειράζει», ένα βλέμμα που δεν ζητά σύγκρουση.
Τα πρόσφατα θανατηφόρα περιστατικά πρέπει να λειτουργήσουν ως καμπανάκι. Οι δρόμοι μας χρειάζονται λιγότερη οργή και περισσότερη λογική, λιγότερες φωνές και περισσότερη ψυχραιμία. Γιατί στο τέλος της ημέρας, το πιο σημαντικό δεν είναι ποιος είχε δίκιο, αλλά ποιος γύρισε σπίτι του.


