Ανατριχιαστική είναι η κατάθεση που έδωσε η σύζυγος του Απόστολου Λύτρα για το περιστατικό με τον άγριο ξυλοδαρμό της από τον γνωστό ποινικολόγο το βράδυ του Σαββάτου.
Η 37χρονη, επίσης δικηγόρος, περιγράφει τον καβγά για ασήμαντη αφορμή, που είχαν μέσα σε εστιατόριο όπου διασκέδαζαν με φίλους, αποκαλύπτει το πώς την ξυλοκόπησε άγρια, όταν βρέθηκαν οι δυο τους μέσα στο αυτοκίνητο και μιλά για τα όσα συνέβησαν στη συνέχεια στο σπίτι τους, αλλά και στην ιδιωτική κλινική όπου την μετέφερε, μετά τις συνεχείς εκκλήσεις της.
Την κατάθεση της Σοφίας Πολυζωγοπούλου αποκάλυψε η εκπομπή T-live. Όπως διευκρινίζεται, πρόκειται για την κατάθεση που έδωσε την επόμενη ημέρα από το επεισόδιο, όταν η ανακρίτρια την επισκέφθηκε στο σπίτι της στον Γέρακα και πλέον δεν είχε τον φόβο του συζύγου της.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες της εκπομπής, η Σοφία Πολυζωγοπούλου φέρεται να κατέθεσε τα εξής:
«Με τον σύζυγό μου είμαστε παντρεμένοι από το 2015 και έχουμε αποκτήσει μία κόρη 9 ετών. Όλα αυτά τα χρόνια είμαστε και συνεργάτες στο γραφείο. Χθες 15/06/2024 πήγαμε μαζί σε εστιατόριο στη Βουλιαγμένη στα νότια προάστια με μια μεγάλη παρέα. Κάποια στιγμή γύρω στις 23:30 λογομαχήσαμε για μια ασήμαντη αφορμή και πιο συγκεκριμένα γιατί εγώ κοίταζα το κινητό μου και ο σύζυγός μου δεν ξέρω τι θεώρησε. Πάντως μου έκανε σκηνή ζηλοτυπίας.
Η αλήθεια είναι ότι εγώ μιλούσα με την αδελφή μου, στην οποία είχα αφήσει το παιδί μου για να βγούμε και η οποία μού έστελνε βιντεάκια με τη μικρή μου. Μου ζήτησε επιτακτικά να φύγουμε αλλιώς θα έκανε φασαρία μέσα στο μαγαζί».
Στη συνέχεια, η Σοφία Πολυζωγοπούλου ανέφερε, σύμφωνα με πληροφορίες: «Εγώ επειδή τον είδα σε κατάσταση άνευ λόγου έξαλλη, πράγματι τον ακολούθησα και φύγαμε για να μην εκτεθούμε μπροστά σε φίλους μας και στον υπόλοιπο κόσμο. Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο, άρχισε να με βρίζει και μου έριξε την πρώτη μπουνιά στο πρόσωπο.
Άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση, σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου, που είχε λίγο χώρο, σταμάτησε το αυτοκίνητο και με χτύπησε στο πρόσωπο έχοντας τα χέρια του σε γροθιά.
Σημειωτέον ότι όλη αυτή την ώρα, μού είχε πάρει το κινητό. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ούρλιαζα “βοήθεια” και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα, τα οποία κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι».
Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε. Τον παρακαλούσα να με πάει σε κάποιο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου προκειμένου να ειδοποιήσω την αδελφή μου, κάποιον δικό μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα απ’ όλα αυτά, παρόλο που του έλεγα θα πεθάνω, γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ. Ακόμα και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα. Με οδήγησε στο σπίτι, εγώ όταν μπήκα μέσα με όσες δυνάμεις είχα, γιατί ζαλιζόμουν πάρα πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη, του είπα ότι πάω να πλυθώ. Ανέβηκα στο δωμάτιο προκειμένου να πάρω το κουμπί πανικού, που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό. Το πήρε αυτός και συνέχισε να κρατάει το κινητό μου.
Ζαλιζόμουν πολύ και αιμορραγούσα πολύ από την μύτη. Μου είπε να πλυθώ και να αλλάξω ρούχα, εγώ τον παρακαλούσα να με πάει σε ένα νοσοκομείο. Του είπα ότι αν με πάει στο νοσοκομείο δεν θα πω ότι με χτύπησε, αλλά ότι έπεσα μόνη μου. Μου είπε να κάνω ένα μπάνιο και να αλλάξω ρούχα και με πήγε στην Ευρωκλινική».
Περιγράφοντας στη συνέχεια τα όσα συνέβησαν στην Κλινική, είπε πως την εξέτασαν μόνη της, και «όταν με πλησίασε η νοσοκόμα της είπα αμέσως ότι με χτύπησε ο άνδρας μου. Ότι φοβάμαι, φοβάμαι και τον ίδιο. Το είπα και στον γιατρό. Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την αστυνομία, όπως πράγματι έκαναν αμέσως».
Όταν ήρθε ο αστυνομικός, «επειδή δεν ήθελα να καταλάβει κάτι ο άνδρας μου και να φύγει, και δεν ήξερα αν εκείνη την στιγμή έπρεπε να τον εμπιστευτώ, κυρίως δεν ήθελα να φύγει, γιατί δεν είχα ειδοποιήσει την αδελφή μου για το τι είχε συμβεί, η οποία κρατούσε την κόρη μου. Είπα στον αστυνομικό ότι είμαι δικηγόρος και δεν θέλω να δώσω κατάθεση εκείνη την στιγμή, αλλά του είπα να πάρει την κατάθεση του γιατρού (σσ. που μιλούσε για ξυλοδαρμό), ενώ εγώ θα πήγαινα να εξεταστώ από ιατροδικαστή».
Σε άλλο σημείο, η γυναίκα είπε πως «ο αστυνομικός επέμενε ότι έπρεπε να δώσω κατάθεση εκείνη την στιγμή. Του είπα να γράψει ότι έπεσα από τις σκάλες και ζήτησα να μου δώσουν κουμπί πανικού έτσι ώστε να αντιληφθούν οι αστυνομικοί τι είχε συμβεί, αλλά όχι ο άνδρας μου, φοβούμενη μήπως κάποιος τον ειδοποιήσει και φύγει από το νοσοκομείο…»
Σύμφωνα με τις πληροφορίες της εκπομπής, η 38χρονη επιβεβαίωσε ότι δεν είχε ανάλογη συμπεριφορά ο σύζυγός της στο παρελθόν. «Υπήρχε ένταση μεταξύ μας κατά καιρούς, μάλιστα τον Οκτώβρη του είχα ζητήσει να χωρίσουμε, αλλά δεν ήταν βίαιος, παρόλο που ήταν δύσκολος ως χαρακτήρας», φέρεται να είπε στην κατάθεσή της.
Πηγή: notia.gr