Άρθρο του δημάρχου Αλίμου, Ανδρέα Κονδύλη, για τις παραλίες, στην “ΕΣΤΙΑ” της Κυριακής 13.7.2025
Σε εποχή δυσβάσταχτης ακρίβειας, υψηλών ενοικίων και τόσων άλλων που ταλανίζουν τα οικονομικά των Ελλήνων πολιτών, οι καλοκαιρινές διακοπές για πολλούς μοιάζουν άπιαστο όνειρο. Τι απομένει; Το παραδοσιακό μπάνιο, για ν’ ανακουφιστεί κανείς από τη ζέστη και ν’ απολαύσει τη θάλασσα και την επαφή με τη φύση ελεύθερα.
Δυστυχώς, η διαρκής αύξηση των τιμών σε όλο το παραλιακό μέτωπο της Αττικής δυσκολεύει πολύ τους πολίτες που θέλουν να κάνουν μπάνιο και να απολαύσουν ήλιο και θάλασσα. Τόσο οι τιμές εισόδου, όσο και οι τιμές ενοικίασης ομπρέλας ή ξαπλώστρας είναι σε διαρκή και ανεξέλεγκτη «άνοδο», δοκιμάζοντας και τα όρια της οικονομικής αντοχής των τουριστών, αλλά και την κοινωνική ανοχή των πολιτών της Νότιας Αθήνας και του λεκανοπεδίου εν γένει, που τείνουν να εξελιχθούν σε «τουρίστες» στην πόλη τους.
Το δικαίωμα στον αιγιαλό είναι ελεύθερο για κάθε Έλληνα πολίτη με βάση την ισχύουσα νομοθεσία. Θεωρητικά, λοιπόν, υπάρχει η επιλογή των ελεύθερων ακτών, όπου κάποιος μπορεί να απλώσει την πετσέτα του και να κάνει ηλιοθεραπεία και μπάνιο, χωρίς να πληρώσει τίποτα. Στην πραγματικότητα, όμως, υπάρχουν τόσα εμπόδια και σε αυτό, που φθάνει σχεδόν να αναιρείται το δικαίωμα των πολιτών για πρόσβαση και απόλαυση του αιγιαλού και της παράκτιας ζώνης. Γιατί;
Πρώτον γιατί οι ελεύθερες ακτές είναι πλέον ελάχιστες, και δεύτερον γιατί και σε αυτές τις ελάχιστες εναπομείνασες ελεύθερες ακτές έχουν αναπτυχθεί χρήσεις, όπως μπιτς μπαρ και ενοικιαζόμενες ξαπλώστρες, άλλοτε νόμιμες και άλλοτε αυθαίρετες, ώστε τελικά ο πραγματικά ελεύθερος χώρος είναι ελάχιστος και πάντως δυσανάλογος με τους «κλειστούς» και «οργανωμένους» χώρους.
Υπεύθυνη για όλα αυτά σε μεγάλο βαθμό είναι η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε. (ΕΤΑΔ ΑΕ), δηλ. ο φορέας του Κράτους που έχει αναλάβει τη διοίκηση και διαχείριση των Ακτών. Η ΕΤΑΔ διαχειρίζεται τους χώρους αυτούς, με τρόπο που οδηγεί σε αυτήν την κατάσταση. Εξηγούμαι:
• Πρώτον, η ΕΤΑΔ ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την άντληση χρημάτων από τις παραλιακές εκτάσεις, παραβλέποντας την κοινωνική διάσταση που έχουν οι παράκτιες περιοχές. Έτσι, νοικιάζει τις παραθαλάσσιες εκτάσεις όσο πιο ακριβά μπορεί προς τους διάφορους επιχειρηματίες, με αποτέλεσμα και εκείνοι να μετακυλίουν το κόστος αυτό στους πολίτες.
• Επιπλέον, η ΕΤΑΔ δεν βάζει κανένα όριο προς τους επιχειρηματίες (όπως θα μπορούσε, στο πλαίσιο της ελευθερίας των συμβάσεων) σε σχέση με τις χρεώσεις που αυτοί θα επιβάλουν προς τους πολίτες, ούτε και κανέναν όρο στο περιθώριο του κέρδους τους, ώστε να υπάρχει μία «συγκράτηση» στις χρεώσεις. Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει «ταβάνι» στις χρεώσεις και αυτές διαρκώς να ανεβαίνουν, δοκιμάζοντας τις αντοχές που έχει το «πορτοφόλι» τον κατοίκων της περιοχής αλλά και των τουριστών.
• Επίσης, η ΕΤΑΔ πολύ συχνά ανέχεται ή και ενθαρρύνει αυθαίρετες συμπεριφορές των επιχειρηματιών (π.χ. αυθαίρετες επεκτάσεις καταστημάτων και κτισμάτων μέσα στον αιγιαλό και την παραλία), με αποτέλεσμα οι πολίτες να έρχονται σε ακόμα δυσμενέστερη θέση.
• Τέλος, είναι εξίσου σημαντικό ότι η ΕΤΑΔ δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για την ποιοτική ανάδειξη των παραλιακών περιοχών, δηλ. δεν «επιστρέφει» χρήματα από τα έσοδα της παραλιακής ζώνης στις εγκαταστάσεις και τους χώρους της παραλιακής ζώνης, με αποτέλεσμα οι όποιες υποδομές διαρκώς να υποβαθμίζονται, συρρικνώνοντας έτσι ακόμα περισσότερο το δικαίωμα των πολιτών σε αξιοπρεπή και ποιοτική πρόσβαση στο παραλιακό μέτωπο. Πρακτικό παράδειγμα: σε «ελεύθερη» ακτή στον Άλιμο, η τιμή της ξαπλώστρας φθάνει τα 30-40 ευρώ, η ακτή είναι κατειλημμένη από ξαπλώστρες και μπιτς μπαρ σε ποσοστό άνω του 50% και ο ελεύθερος χώρος είναι χαρακτηριστικά λίγος, ενώ η υγειονομική κατάσταση των βοηθητικών υποδομών (ντους, τουαλέτες κ.λπ.) είναι από άθλια έως επικίνδυνη.
Φυσικά, σε σχέση με την κατάσταση και τις τιμές που επικρατούν συνολικά στο παραλιακό μέτωπο, οι τιμές που έχουν οι ξαπλώστρες, ομπρέλες κ.λπ. στις ακτές του Αλίμου (οργανωμένη και ελεύθερες) είναι συγκριτικά χαμηλότερες, χάρι και στις διαρκείς πιέσεις που ασκεί η Δημοτική Αρχή στις διάφορες επιχειρήσεις. Όμως, η άσκηση πίεσης από τον Δήμο προς τις επιχειρήσεις δεν είναι ούτε εύκολο να γίνεται, ούτε αποδίδει πάντα, ούτε έχει «σύμμαχο» την ΕΤΑΔ, τον κατά βάση αρμόδιο φορέα. Συνεπώς, η Αυτοδιοικητική παρέμβαση απαιτεί πολύ κόπο και χρόνο και φέρνει και μικρό αποτέλεσμα.
Αυτό που λείπει, είναι μία οργανωμένη πολιτική από την πολιτεία, ώστε οι ακτές να μην αντιμετωπίζονται μόνο ως πηγή εσόδων για το Κράτος και τους καταστηματάρχες-επιχειρηματίες, αλλά και ως ένα πολύτιμο κοινωνικό αγαθό, με μεγάλη αξία για τη σωματική και ψυχική υγεία των ανθρώπων και με ιδιαίτερη σημασία για την ανάπτυξη του τουρισμού.
Το φυσικό αγαθό της ακτής και της θάλασσας πρέπει να είναι προσιτό για όλους τους πολίτες και να μην αποτελεί «χρηματιστήριο», όπου η πρόσβαση εξασφαλίζεται με διαρκή πλειοδοσία των ανθρώπων που θέλουν να κολυμπήσουν και να απολαύσουν την αμμουδιά. Επίσης, η παραλιακή ζώνη οφείλει να διαθέτει ποιοτικά χαρακτηριστικά τέτοια, ώστε η έννοια «Ελληνική Ριβιέρα» να αποκτά πραγματικό νόημα και να αναφέρεται σε μια παραθαλάσσια περιοχή με ποιότητα, οργάνωση, κανόνες και τιμές προσιτές για τους κατοίκους της περιοχής.
Δυστυχώς, επειδή τίποτα από τα παραπάνω δεν γίνεται, παραμένουμε αντιμέτωποι με ένα πολύ αρνητικό και ανησυχητικό φαινόμενο. Καθημερινά δεχόμαστε παράπονα και διαμαρτυρίες από απογοητευμένους και θυμωμένους πολίτες. Η πρόσβαση στη θάλασσα πλέον δεν είναι εύκολη, συναντά εμπόδια και έχει σοβαρό κόστος που μάλιστα διαρκώς αυξάνεται. Η κατάσταση φαίνεται να «ξεφεύγει» από κάθε έλεγχο. Χρειάζεται ένα «φρένο» επειγόντως!
