Οι εδρεύουσες στη Γλυφάδα εκδόσεις «Μικρώς Ήρως» ξαναφέρνουν στο φως τα κόμικς που σημάδεψαν την εφηβεία του ελληνικού περιοδικού Τύπου. Ο εκδότης τους μιλά στο NouPou για την επανακυκλοφορία της «Βαβούρας», για τη νέα άνθηση του κόμικ στην Ελλάδα αλλά και για όσα θυμάται από τον «εθισμένο παραμυθά» παππού του, Στέλιο Ανεμοδουρά.
Κείμενο: Αντώνης Τζαβάρας
Photos by: Λεωνίδας Τούμπανος
Πριν συζητήσουμε οτιδήποτε άλλο, ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς μάς ανακοινώνει με ενθουσιασμό τα καλά νέα: η έκδοση της «Βαβούρας» όχι μόνο θα συνεχιστεί, αλλά από τις αρχές του Οκτώβρη το περιοδικό θα μπει ένθετο στα «Νέα» και θα κυκλοφορεί μαζί με την εφημερίδα σε μηνιαία βάση. Αυτή είναι μια εξαιρετική εξέλιξη και η αδιαμφισβήτητη απόδειξη της επιτυχίας αυτής της αναβίωσης που ξεκίνησε περισσότερο ως πείραμα και παιχνίδι παρά ως επιχειρηματική κίνηση. «Στην πραγματικότητα, τη “Βαβούρα” την επαναφέραμε ως ένα πρόμο περιοδικό», παραδέχεται ο εκδότης της. «Κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα και καλοκαίρι, για κάθε αγορά άνω των 30 ευρώ στο site μας, δίνουμε ένα δωράκι. Παλαιότερα δίναμε ένα “Μπλεκ”. Σε κάποιο μίτινγκ έριξα την ιδέα της “Βαβούρας”, την οποία διάβαζα φανατικά ως παιδί. Πρότεινα να δούμε τι γίνεται με τα δικαιώματα, τα λογότυπα κλπ και τελικά τη βγάλαμε. Και για να είμαι ειλικρινής, τη βγάλαμε και λίγο “του φτερού”, το πρώτο τεύχος είναι μόλις 24 σελίδες, αλλά περιέχει όλα τα εμβληματικά στριπάκια του τίτλου».
Το μέλλον απ’ το παρελθόν
Η ιστορική «Βαβούρα» βγήκε στην αγορά το 1981 και σταμάτησε να κυκλοφορεί το 1997, όταν έκλεισαν οι εκδόσεις Δεληγιώργη. Τα 752 τεύχη της αποτέλεσαν χαρακτηριστικές ψηφίδες του μωσαϊκού μιας εποχής αναλογικής και μάλλον πιο αθώας, στην οποία η επίσκεψη στο περίπτερο για την αγορά του νέου τεύχους των αγαπημένων μας περιοδικών αποτελούσε το highlight της εβδομάδας. Σε πραγματικούς χρόνους η εποχή αυτή δεν είναι και τόσο μακρινή, η επιμέρους συνθήκη, όμως, μοιάζει ν’ ανήκει σε έναν αρχαίο κόσμο. Σήμερα τα περιοδικά έχουν σχεδόν εκλείψει και το χαρτί συνολικά αργοσβήνει. Τα παραδοσιακά περίπτερα κλείνουν το ένα μετά το άλλο ενώ ακόμα και και η περιοδικότητα, η αναμονή για ένα τεύχος ή ένα επεισόδιο, δεν έχουν θέση στη σύγχρονη ψυχαγωγία. Σήμερα όλα είναι «περιεχόμενο» και μάλιστα διαθέσιμο ανά πάσα στιγμή, για binge watching ή κατ’ απαίτηση θέαση.
Ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς φυσικά τα γνωρίζει όλα αυτά, αλλά δεν πτοείται. Καθισμένος στο γραφείο του που βρίσκεται στο κέντρο της Γλυφάδας, περιστοιχισμένος από δεκάδες περιοδικά, graphic novels και αφίσες με φανταστικούς ήρωες του παρελθόντος και της εποχής μας, μιλάει για τη «Βαβούρα», τις εκδόσεις «Μικρός Ήρως» και τα κόμικς γενικά με αισιοδοξία, αυτοπεποίθηση και με τη χαρά του ανθρώπου που επέλεξε να κάνει αυτό που αγαπάει από μικρό παιδί, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τις δυσκολίες με τις οποίες μπορεί να έρθει αντιμέτωπος λόγω αυτής της απόφασης.
«Η τεχνολογία εξελίσσεται διαρκώς και μαζί της εξελίσσεται και η ψυχαγωγία σε όλες τις μορφές της. Εγώ δεν είμαι ούτε κατά της τεχνολογίας ούτε κατά του binge. Προέρχομαι όμως από τον χώρο των περιοδικών. Μεγάλωσα με έναν παππού ο οποίος είχε γράψει τον “Μικρό Ήρωα”, έπαιρνα τα αγαπημένα μου κόμικς κάθε εβδομάδα και περίμενα με αγωνία το επόμενο τεύχος. Οπότε για μένα, η ενασχόληση με τα κόμικς ήταν μια φυσική επιλογή, μια συνέχεια. Θα έλεγα ότι ήταν και παραμένει και κάτι σαν αποστολή, αλλά μου βγαίνει πολύ φυσιολογικά. Όταν ξεκίνησα τις εκδόσεις “Μικρός Ήρως” και την αναβίωση κάποιων ιστορικών τίτλων δεν ήξερα αν θα βγουν τα κουκιά. Είπα “πάμε να το κάνουμε” και το κάναμε».
«Μια συνειδητοποίηση που μοιάζει παράδοξη αλλά είναι θεμελιώδης, είναι ότι πλέον δεν απευθυνόμαστε σε παιδιά. Υπάρχουν φυσικά παιδιά που διαβάζουν κόμικς, αλλά στρέφονται κυρίως στα μάνγκα και τα υπερηρωικά. Εμείς απευθυνόμαστε στον κόσμο που αγαπάει τα περιοδικά, σ’ αυτό που λέμε “κοινό των κόμικς”. Και τα τελευταία χρόνια προσπαθούμε δειλά – δειλά να το διευρύνουμε, απευθυνόμενοι και σε βιβλιόφιλους, με νέες θεματικές και graphic novels. Κάναμε, για παράδειγμα, τη ζωή του Θανάση Βέγγου σε graphic novel, το οποίο είχε και μεγάλη απήχηση, πήγε πολύ καλά. Κυκλοφορήσαμε στα ελληνικά ένα γαλλικό κόμικ που καταπιάνεται με τη γεροντική άνοια. Τα δεδομένα μας βέβαια, δεν μπορούν να συγκριθούν με αντίστοιχα του εξωτερικού, αλλά μας επιτρέπουν να επιβιώνουμε και να είμαστε αισιόδοξοι. Για να έχουμε μια εικόνα για το τι συμβαίνει στο εξωτερικό, θα αναφέρω ότι στη Γαλλία και το Βέλγιο, τα κόμικς αντιπροσωπεύουν το 25% της βιβλιοπαραγωγής. Στην Ιταλία, η Bonelli έχει τίτλους όπως τα “Ζαγκόρ” ”Μίστερ Νο” και ”Ντύλαν Ντογκ”, που πουλάνε κάθε μήνα πάνω από 60.000 – 70.000 τεύχη».

Ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς είναι και πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Κόμικς. Ασχολείται με τον συγκεκριμένο χώρο, δηλαδή, συνολικά και με έναν ρόλο θεσμικό, που του επιτρέπει να παρακολουθεί τις τάσεις και τις εξελίξεις. Και όπως λέει, αυτές είναι αρκετά ενθαρρυντικές: «Είναι βέβαιο ότι υπάρχει μια άνθηση του κόμικ στην Ελλάδα, με τη διαφορά όμως, ότι μιλάμε πλέον για ένα κόμικ που γίνεται ολοένα και πιο niche και στρέφεται όλο και περισσότερο στη φόρμα του graphic novel, της αυτοτελούς ιστορίας που τη διαβάζεις όπως ένα βιβλίο. Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα ακόμα και μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι έχουν συμπεριλάβει στο portfolio τους graphic novels. Ταυτόχρονα, έχει αυξηθεί πολύ ο αριθμός των Ελλήνων καλλιτεχνών που καταπιάνονται με το κόμικ. Κάποτε στα φεστιβάλ συμμετείχαν 50 ή 100 δημιουργοί και στο τελευταίο comicdom φτάσαμε τους 300. Όλη αυτή η άνθηση, βέβαια, δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των αναγνωστών. Η ανάγνωση, η εμπειρία του να πάρεις ένα βιβλίο στα χέρια σου και να χαθείς για ώρες μέσα στις σελίδες του και να ταξιδέψεις, είναι κάτι που φθίνει σε έναν κόσμο που τρέχει τόσο γρήγορα. Οι άνθρωποι, όμως, έχουν πάντα την ανάγκη να εκφραστούν και το κόμικ προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες έκφρασης. Αυτός είναι και ο λόγος που τόσοι καλλιτέχνες στρέφονται πια στο σκίτσο».
Μικρός Ήρωας, τεράστια κληρονομιά
Ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς συνδέεται με τα κόμικς και τις εκδόσεις με δεσμούς γενετικούς. Είναι εγγονός του Στέλιου Ανεμοδουρά, συγγραφέα και εκδότη του θρυλικού «Μικρού Ήρωα» και συνεχιστής μιας οικογενειακής επιχείρησης που έχει αφήσει διακριτό αποτύπωμα στην ιστορία του Ελληνικού Τύπου. Τη δεκαετία του 1980, με τίτλους όπως ο «Μπλεκ», η «Περιπέτεια», η «Κατερίνα», η «Σούπερ Κατερίνα», το «Αφισόραμα», αλλά και ο «Γρίφος», το «Κουίζ» και το «Σάββατο», οι εκδόσεις Ανεμοδουρά κυριαρχούσαν στον χώρο των νεανικών εκδόσεων και των περιοδικών ελεύθερου χρόνου. Ο Λεωκράτης μπήκε στον κόσμο των κόμικς από τη γέννησή του. Όταν ενηλικιώθηκε μπήκε και στην οικογενειακή επιχείρηση και όταν αυτή χρεοκόπησε, επέστρεψε στα κόμικς.
«Ως παιδί λάτρευα τα κόμικς. Ήμουν προνομιούχος γιατί είχα το “Μπλεκ” στο σπίτι μου, αλλά διάβαζα και “Βαβούρα”, “Ποπάυ”, “Αγόρι”, “Λούκι Λουκ”, τα ποδοσφαιρικα – “Έρικ Καστέλ” και “Τερματοφύλακα-γιατρό” – και πολλά άλλα. Όταν μπήκα στην οικογενειακή εταιρεία, όμως, δεν ασχολήθηκα με τα έντυπα. Λόγω των σπουδών μου στα οικονομικά καταπιάστηκα με άλλους τομείς, σε διοικητικά πόστα. Τα κόμικς ως επαγγελματική δραστηριότητα προέκυψαν έπειτα από δύο καταστροφές. Χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες, αρχικά πτώχευσε η μαμά εταιρεία και μετά ακολούθησε μια δική μου εκδοτική προσπάθεια η οποία στέφθηκε με αποτυχία. Μετά από δύο καταστροφές είναι δύσκολο να πεις “συνεχίζουμε” και ομολογώ ότι το έντυπο μού προκαλούσε αποστροφή εκείνη την περίοδο, αναζητούσα δουλειές σε άλλους χώρους. Το μικρόβιο, όμως, ήταν εκεί και σύντομα ξαναγεννήθηκε μέσα μου η ανάγκη να είμαι στα περιοδικά. Δεν υπήρχε τρόπος όμως, να συνεχιστούν όλα από εκεί που σταμάτησαν, έπρεπε να πάρω αποφάσεις και να επιλέξω πού θα ρίξω το βάρος. Οπότε εκεί, γύρω στα 31-32 μου, λόγω της δεδομένης αγάπης μου και αρκετά συναισθηματικά, αποφάσισα να εστιάσω στα κομικς».
Θα μπορούσε κάποιος να σχολιάσει ότι ως παιδί γαλουχημένο με ήρωες και υπερήρωες, την κρίσιμη στιγμή πήρε την πιο ηρωική απόφαση, να συνεχίσει κάτι που έμοιαζε καταδικασμένο. Για εκείνον, όμως, ήταν απλώς «κάτι που βγήκε ενστικτωδώς, η φυσική συνέχεια των πραγμάτων».
Σε μια συζήτηση για ήρωες δεν γίνεται να μην αναφερθεί ο Στέλιος Ανεμοδουράς, μια εμβληματική μορφή της εκδοτικής μας ιστορίας, από τη φαντασία και την πένα του οποίου γεννήθηκε ο «Μικρός Ήρως». Ο Λεωκράτης τον περιγράφει ως εθισμένο παραμυθά: «Είχε ένα χάρισμα αλλά και μια ανάγκη να αφηγείται ιστορίες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά να μου μιλάει για την Κατοχή, για τις εμπειρίες του στη Σίφνο, όπου είχε αποκλειστεί από τους Γερμανούς, και να μην μπορώ να καταλάβω αν ήταν δικές του αναμνήσεις ή περιπέτειες του Μικρού Ήρωα. Έβαζε πάντα λίγη μυθοπλασία στις αφηγήσεις του. Λίγη υπερβολή, για να τις κάνει πιο ελκυστικές στα παιδικά μου αυτιά. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν ο άνθρωπος που μου είπε σπουδαία πράγματα, τα οποία κρατάω. Τα πιο σημαντικά που έχω ακούσει για τη ζωή, μου τα είπε ο παππούς μου».
Παρότι μεγάλωσε με τις ιστορίες του παππού του, το βάρος της δικής του ιστορίας το συνειδητοποίησε μετά τον θάνατό του. «Για μένα ήταν απλώς ο παππούς μου. Δεν μπορούσα να αντιληφθώ το μέγεθός του, το λέω και κάπως ενοχικά. Το κατάλαβα όταν πια έφυγε, μετά και απ’ όλον αυτόν τον ντόρο που έγινε. Ασχολήθηκα με το έργο του, το μελέτησα επισταμένα και μόνο τότε τον κατάλαβα. Ενηλικιώθηκα βέβαια κιόλας, μπήκα και στον χώρο, άρχισα να σκέφτομαι όπως σκεφτόταν εκείνος, εκδοτικά και συγγραφικά, παρότι δεν είμαι συγγραφέας. Οπότε, χοντρικά, μέχρι τα 20 ήξερα τον παππού μου, μετά γνώρισα τον Στέλιο Ανεμοδουρά».
Ο Λεωκράτης Ανεμοδουράς μπορεί να μιλάει για ώρες για τον Στέλιο Ανεμοδουρά και το έργο του αλλά θα σταματήσει, γιατί σ’ αυτό ακριβώς το σημείο της συνέντευξης ένας ηλικιωμένος κύριος που κρατάει μια τεράστια σακούλα γεμάτη ακτινογραφίες και άλλες ιατρικές εξετάσεις θα βρεθεί έξω από τη γυάλινη πόρτα του γραφείου του κι αφού σταθεί για λίγο εκεί αναποφάσιστος, θα την ανοίξει με φόρα και θα ρωτήσει πού είναι ο γαστρεντερολόγος. Είναι προφανές ότι έχει χαθεί ή ότι έχει μπερδέψει τα κτίρια, αλλά επιμένει ότι έχει ραντεβού για κολονοσκόπηση και δεν θέλει να το χάσει. Η σκηνή είναι κάπως σουρεαλιστική, θα μπορούσε να είναι βγαλμένη από στριπάκι της «Βαβούρας». Ο Λεωκράτης θα παραπέμψει τον αποπροσανατολισμένο κύριο στο πλησιέστερο διαγνωστικό κέντρο και θα επιστρέψει στη θέση του για να απαντήσει στην τελευταία ερώτηση:
Η δική μας εποχή «σηκώνει» ήρωες; Πώς μοιάζει ένας σημερινός ήρωας;
«Κάπως έτσι, σαν αυτόν τον κύριο. Για μένα, ήρωας της εποχής είναι ο απλός καθημερινός άνθρωπος, ο οποίος ειδικά σ’ αυτήν τη χώρα είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσει. Θέλω να είμαι ειλικρινής όταν λέω κάτι. Εγώ είμαι προνομιούχος, μεγάλωσα σε μια οικογένεια η οποία είχε μια κληρονομιά. Προσπαθώ και παλεύω καθημερινά να τη συνεχίσω, αλλά παραμένω προνομιούχος. Μου φαίνεται αδιανόητο πώς επιβιώνει ένας σημερινός άνθρωπος, ειδικά αν έχει κι ένα – δύο παιδιά. Δεν θα αναφέρω τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, ο οποίος είναι σίγουρα ήρωας για μένα – είναι τόσο δύσκολες οι συνθήκες στη χώρα μας για να ζήσεις, που όλοι σε κάποιον βαθμό είμαστε ήρωες της καθημερινότητάς μας».
Πηγή: noupou.gr