Η Έλενα Σύρακα υποδέχθηκε το NouPou στο σπίτι της στη Βουλιαγμένη και μίλησε για τη διαδρομή της, τις εκθέσεις της που ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο και για τη βαθιά της σύνδεση με τα Νότια Προάστια, όπου, όπως λέει, το γαλάζιο της θάλασσας τής χαρίζει έμπνευση και ισορροπία.
Κείμενο: Κλέλια Φατούρου
Φωτογραφίες: Λεωνίδας Τούμπανος
Η Έλενα Σύρακα είναι μία γυναίκα που αυτοπροσδιορίζεται ως καλλιτέχνιδα και όχι ως επιχειρηματίας, «αν και αυτό είναι αναγκαίο κακό», ενώ ταυτόχρονα βλέπει το κόσμημα σαν ένα εικαστικό αντικείμενο. Είναι εξάλλου και ο λόγος που χάνει εντελώς την αίσθηση του χρόνου και μπαίνει σε έναν ολότελα δικό της κόσμο. Δημιουργεί εδώ και χρόνια συλλογές που έχουν ταξιδέψει σε διάφορα μέρη του κόσμου, και μαζί με αυτές, τα ελληνικά σύμβολα και αναφορές που εμπνέουν τη δημιουργό τους.
Μίλησε στο NouPou για το πώς ξεκίνησαν όλα, ποιος ήταν ο άνθρωπος που της έδειξε τον επαγγελματικό δρόμο που πρέπει να πάρει, για τις εκθέσεις της, που δεν ξέρει ποτέ πού θα καταλήξουν και πόσα κομμάτια θα έχουν, για το ποιες γυναίκες φορούν τα κοσμήματά της και γιατί δεν της αρέσει να κάνει σχέδια για το μέλλον.
Οι σπουδές και ο καθηγητής που της «έδειξε» τον προορισμό της
«Σπούδασα ενδυματολογία και σχεδιασμό ρούχων στη σχολή Βελουδάκη και στο τελευταίο έτος πήρα το πρώτο βραβείο για μακέτα γυναικείου υφάσματος. Αυτό “μεταφραζόταν” σε υποτροφία που μου επέτρεψε να συνεχίσω τις σπουδές μου στο Παρίσι. Έκανα πατρόν, ιστορία κοστουμιού και ενδυματολογία. Το μάθημα που ξεχώρισα όμως ήταν ο σχεδιασμός και η κατασκευή κοσμήματος. Είχα έναν καταπληκτικό καθηγητή, ο οποίος ενθουσιαζόταν με τη δουλειά μου, όχι μόνο επειδή σχεδίαζα αλλά και επειδή τα υλοποιούσα με ευτελή υλικά. Ήθελα να βλέπω το μέγεθός τους, την πλαστικότητα, πώς μπορούν να φορεθούν στον καρπό, τα δάχτυλα, τα αυτιά».

«Έπαιρνε λοιπόν τα σχέδιά μου και τα έδειχνε στα άλλα τμήματα. Ήταν τόσο μεγάλος ο ενθουσιασμός μου που δεν κοιμόμουν τα βράδια. Έπινα φραπέ για να αντέχω και να συνεχίζω να δουλεύω, μέχρι που άρχισαν να τρέμουν τα χέρια μου και έφτασα σε σημείο να μην μπορώ να σχεδιάζω. Ο καφές σταμάτησε, αλλά το μεράκι όχι. Και τότε κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει ένας μέντορας στη ζωή ενός παιδιού που βρίσκεται στα πρώτα του βήματα και προσπαθεί να βρει τρόπους να εκφράσει τη δημιουργικότητά του. Ήμουν πολύ τυχερή γιατί, αν και δεν πήγα στο Παρίσι για αυτόν τον λόγο, εκείνος ο καθηγητής στάθηκε η αφορμή να ασχοληθώ με το κόσμημα, καλλιτεχνικά και δημιουργικά».
Η έμπνευση από τον ελληνικό πολιτισμό
«Όταν δουλεύω για τις προσωπικές μου συλλογές, αυτό που με εμπνέει είναι ο ελληνικός πολιτισμός. Μπορεί να είναι άνθρωποι, ζώα, κεραμικά, πολεμικός εξοπλισμός, φυτικός διάκοσμος. Μπορεί επίσης να είναι συγκεκριμένες περίοδοι, όπως ο η κυκλαδική τέχνη ή ο μινωικός πολιτισμός. Για εμένα είναι πολύ σημαντικό, ως καλλιτέχνες, να δείχνουμε τις ρίζες μας και ως Έλληνες, είμαστε πολύ ευλογημένοι που καταγόμαστε από αυτόν τον τόπο. Μου αρέσει πολύ να εμπνέομαι από την ελληνική τέχνη, αλλά το μετουσιώνω σε κάτι σύγχρονο, διατηρώντας όμως τον συμβολισμό του. Το μεταφράζω στα σημερινά δεδομένα».
Η έκθεση Nature Sacrée
«Εμπνεύστηκα την έκθεση Nature Sacrée, που σημαίνει Ιερή Φύση, από ιερά ζώα διαφόρων πολιτισμών. Η κουκουβάγια της θεάς Αθηνάς, ο αετός του Δία, ο κροκόδειλος των Αιγυπτίων και το φίδι των Αζτέκων. Θα υπάρξει συνέχεια ωστόσο, καθώς η γκαλερίστα μου, Sophie Negropontes, μου ζήτησε να μεταφέρουμε την έκθεση στη Βενετία, στο πλαίσιο της Biennale Design, σε μία ομαδική έκθεση που θα διαρκέσει μέχρι τις 22 Νοεμβρίου. Μόλις ολοκληρωθεί η συλλογή, θα μεταφερθεί στο Παρίσι».

Η σχέση της Έλενας Σύρακα με το κόσμημα
«Βλέπω το κόσμημα ξεκάθαρα σαν art piece, γιατί με ενδιαφέρει το ταξίδι, η πορεία μέχρι την ολοκλήρωσή του. Η ωραιότερη περίοδος για εμένα είναι όταν ερευνώ, μελετώ και σχεδιάζω το κόσμημα, ίσως γιατί βρίσκομαι στον δικό μου μικρόκοσμο. Όταν λέω ερευνώ, εννοώ ότι πηγαίνω σε μουσεία, βυθίζομαι σε βιβλία στις βιβλιοθήκες των μουσείων και επιλέγω τα εκθέματα που με εμπνέουν».

«Το 2012, παρουσίασα στο Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης τη συλλογή Nour, μία καταπληκτική έκθεση, για την οποία έκανα 45 κοσμήματα. Δεν έχω ποτέ standard αριθμό. Όπως μου βγει. Το 2018, σε έκθεση για το Μουσείο Μπενάκη, έκανα 33 κοσμήματα, με έμπνευση από τον μινωικό πολιτισμό. Το αποτέλεσμα εξαρτάται και από το δικό μου πνευματικό ταξίδι».
Ποιες γυναίκες φορούν τα κοσμήματά της;
«Τα κοσμήματά μου είναι μεγάλα αλλά μπορούν να φορεθούν από όλες τις γυναίκες, εφόσον θεωρώ ότι σήμερα όλες διαθέτουμε δυναμισμό, αυτοπεποίθηση και πατάμε γερά στα πόδια μας. Είναι πολλές οι γυναίκες που ξέρουν τι θέλουν και πώς να το υποστηρίξουν. Που τολμούν τις ιδιαίτερες εμφανίσεις. Σε αυτές τις γυναίκες απευθύνομαι».
Καλλιτέχνης, αλλά και επιχειρηματίας
«Αυτά τα δύο πάνε μοιραία πακέτο, αλλά με τίποτα το ένα δεν γίνεται εμπόδιο του άλλου. Ίσα ίσα που το πιο τεχνικό κομμάτι με βάζει και σε μία πειθαρχία που δεν είναι κακή. Ειδικά τώρα που η τιμή του χρυσού έχει τριπλασιαστεί συγκριτικά με δύο χρόνια πριν, οι άνθρωποι το βλέπουν πλέον ως επένδυση. Μου δίνει ένα πλαίσιο να εργαστώ αλλά και ως άνθρωπος μου αρέσει η τάξη και η οργάνωση. Δεδομένων των συνθηκών, θέλω να είμαι πάντα σε ένα λογικό πλαίσιο και να περνά από εμένα και αυτό το κομμάτι. Μπορεί να βιοπορίζομαι από αυτό, αλλά όταν μιλώ για αυτό, νιώθω ότι μιλώ για το χόμπι μου. Και αυτό είναι ευλογία. Να χαίρεσαι και να ενθουσιάζεσαι με τη δουλειά σου».
Η αγάπη για τη διακόσμηση
«Θα έλεγα ότι το στιλ του σπιτιού μου είναι mix and match. Κάτι μεταξύ Παρισιού και Νέας Υόρκης. Έχει και παλιά αντικείμενα και σύγχρονα, από σύγχρονους δημιουργούς. Μου αρέσουν πολύ τα χρώματα και από όποιο σπίτι έχω περάσει, λάτρευα πάντα τη διακόσμηση και τα έργα τέχνης. Για αυτό και δεν ξεχωρίζω μόνο ένα σημείο του σπιτιού μου. Κάθε δωμάτιο έχει τη δική του σημασία. Το μόνο που θέλω να ξαλαφρώνω με το που περνώ το κατώφλι».

Η βαθιά σύνδεση με τα νότια προάστια
«Δεν είμαι γέννημα θρέμμα. Μεγάλωσα στο κέντρο της Αθήνας αλλά παραθερίζαμε σε ένα διαμέρισμα στο Καβούρι, εκεί που ζω τώρα. Τα αγαπώ πολύ τα νότια γιατί με το που επέστρεψα από το Παρίσι, ήρθα κατευθείαν εδώ. Αυτό το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας με χαλαρώνει, μου δίνει ενέργεια».
«Έχω υπέροχες αναμνήσεις από τα καλοκαίρια όπου ήμασταν 20-30 παιδιά και παίζαμε. Ένα από τα αγαπημένα μου στέκια από το 1989 είναι το Island, του οποίου είμαι η “νονά”».
«Μετά από τον COVID όπου είχαμε συνηθίσει να κάνουμε σχέδια για τα επόμενα 2, 3 ή 5 χρόνια, αποφάσισα ότι θέλω να ζω το εδώ και τώρα και να χαίρομαι την κάθε στιγμή. Να είμαι πολύ δημιουργική και να περιμένω τα πράγματα να έρθουν από μόνα τους, χωρίς να τα βιάζω. Αρκεί να είμαστε θετικοί και δημιουργικοί. Να καταλαβαινόμαστε και να υπάρχει αγάπη. Αυτό έχει χαθεί».




