Σαν σήμερα, στις 28 Ιουνίου 1985, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από τη ζωή.
Ο Κωνσταντάρας γεννήθηκε στην οδό Πλουτάρχου 13 στο Κολωνάκι στις 13 Μαρτίου 1913, σε οικογένεια με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη και ρίζες από την Σινώπη του Πόντου.
Αδερφή του ήταν η Αλεξάνδρα Κωνσταντοπούλου και η επίσης ηθοποιός Μήτση Κωνσταντάρα, που πέθανε έξι μήνες μετά από τον ίδιο. Από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τον αθλητισμό, ήταν αθλητής της ΑΕΚ, τερματοφύλακας στην Β΄ ομάδα την περίοδο 1929-30 και αθλητής στίβου σε άλματα και αγωνίσματα δρόμου ταχύτητας.
Το 1930 κατατάχθηκε, μετά από επιμονή της οικογένειάς του και χωρίς την δική του θέληση, στη Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού στην Κέρκυρα, από όπου τελικά δραπέτευσε κολυμπώντας.
Γλύτωσε το Ναυτοδικείο μετά από ενέργειες της οικογένειάς του.
Το 1934 τον έστειλαν -σχεδόν με το ζόρι- στο Παρίσι προκειμένου να σπουδάσει χρυσοχόος, με σκοπό να αναλάβει στην συνέχεια το οικογενειακό χρυσοχοείο στο κέντρο της Αθήνας. Εγκατέλειψε σταδιακά τις σπουδές του κι έκανε διάφορες δουλειές, ώσπου τον ανακάλυψε ο Γάλλος σκηνοθέτης Λουί Ζουβέ να παίζει ως κομπάρσος σε θεατρική παράσταση, τον πήρε στη Δραματική Σχολή του, που λειτουργούσε στο παρισινό θέατρο “Ατενέ” (Théâtre de l’Athénée), την οποία ο Κωνσταντάρας τελείωσε αριστούχος και ο Ζουβέ τον προώθησε.
Το καλοκαίρι του 1938 ο Κωνσταντάρας επέστρεψε στην Ελλάδα, ξεκινώντας πλέον καριέρα ηθοποιού.
Στον πόλεμο του 1940. Από αριστερά στη φωτογραφία όρθιοι: Δ. Γαλερίδης (δημοσιογράφος), Γεώργιος Καρτάλης (υπουργός), Δ. Θιβαδόπουλος (καθηγητής), Γεώργιος Θεοτοκάς (συγγραφέας), Συμεόνογλου (βιομήχανος) Κώστας Μάγερ (δημοσιογράφος). Καθιστοί: Ευ. Μαγκλιβέρας (βαρύτονος), Λάμπρος Κωνσταντάρας (ηθοποιός) Κώστας Σάμιος (τενόρος) και Τσαλίκης (έμπορος).
Ο μέγας καρδιοκατακτητής
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας εκτός από εξαιρετικός κωμικός υπήρξε και μεγάλος καρδιοκατακτητής. Πανύψηλος, με γαλανά μάτια και αθλητικό παράστημα, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους γόηδες του ελληνικού σινεμά. Δεν είναι τυχαίο ότι στο Παρίσι, όπου βρέθηκε το 1931, τον φώναζαν «Le beau Grec».
Το 1945 νυμφεύεται την ηθοποιό Ιουλία Γεωργοπούλου και τον επόμενο χρόνο αποκτά το μοναδικό του παιδί, τον δημοσιογράφο και πολιτικό Δημήτρη Κωνσταντάρα.
Ο πρώτος μεγάλος έρωτας του Λάμπρου Κωνσταντάρα ήταν η Γιούλη Γεωργοπούλου. Γνωρίστηκαν στην παράσταση «Μία ζωή είναι αυτή», όπου έπαιζαν μαζί, τον χειμώνα του 1940-1941. Η Γεωργοπούλου ήταν μια πανέμορφη γυναίκα που ο Κωνσταντάρας ερωτεύθηκε σφόδρα και η οποία έκανε πίσω από το σανίδι για χάρη του Λάμπρου. Ο έρωτας σφοδρός και για τους δύο νέους, σε δύσκολες συνθήκες μάλιστα, εν μέσω γερμανικής κατοχής. Το 1945 παντρεύτηκαν, με δημοσιεύματα να αναφέρουν ότι ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έστησε για μια ώρα τη νύφη γιατί άκουγε από το ραδιόφωνο τον αγώνα της ΑΕΚ και μάλιστα πήγε στο γάμο εκνευρισμένος γιατί η ομάδα του είχε χάσει.
Τον επόμενο χρόνο ήρθε στη ζωή ο γιος τους, το μοναδικό παιδί του Λάμπρου Κωνσταντάρα, ο δημοσιογράφος Δημήτρης Κωνσταντάρας. Το ζευγάρι όμως χώρισε. Ο Κωνσταντάρας φέρεται να ήταν μεγάλος γυναικάς. Παρότι ζήλευε του θανατά την πανέμορφη γυναίκα του, την οποία φλέρταραν οι άνδρες, κάτι που τον ενοχλούσε ιδιαίτερα, και εκείνος… ξενοκοιτούσε. Αφορμή για τον χωρισμό φαίνεται ότι ήταν η Άννα Καλουτά, με την οποία ο Κωνσταντάρας ήταν πολύ ερωτευμένος. Ύστερα από έναν καβγά με τη γυναίκα του, εκείνη πακέταρε τα ρούχα του και τα πέταξε έξω από το σπίτι.
Ο έρωτας με την Άννα Καλουτά
Ο έρωτάς τους γεννήθηκε όταν έπαιζαν μαζί στον θίασο της Κοτοπούλη. Αρχικά, οι καβγάδες τους ήταν τόσο έντονοι που η Κοτοπούλη τους ρωτούσε αν είναι ερωτευμένοι. Έξαλλοι και οι δύο, απαντούσαν θυμωμένα… «Εγώ με αυτή την ψηλογαϊδούρα;», έλεγε ο Λάμπρος. «Εγώ με αυτόν τον άχαρο ψηλέα;», έλεγε η Καλουτά.
Όλα μεταξύ τους άλλαξαν όταν τα ερωτικά φιλιά που έδιναν στην παράσταση από ψεύτικα άρχισαν να γίνονται αληθινά. «Ωραία φιλάς», της είπε ένα βράδυ μετά την παράσταση ο Κωνσταντάρας. «Κι εσύ», του απάντησε η Καλουτά, και κάπου εκεί ένας έρωτας τρελός ξεκίνησε.
Για την Άννα Καλουτά ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν ο άντρας που αγάπησε πιο πολύ στη ζωή της και ο πρώτος άντρας που δόθηκε ερωτικά. Κάποια στιγμή έμεινε έγκυος, έχασε όμως και τα δύο αγόρια από διπλή κύηση. Ο δυνατός αυτός έρωτας διήρκεσε από το 1949 μέχρι το 1954.
Ακολούθησε ένας ακόμη μεγάλος έρωτας με τη Χριστίνα Σύλβα Πουλοπούλου, ένα όμορφο κορίτσι, την οποία ο Κωνσταντάρας έκανε πρωταγωνίστρια. Μολονότι δεν έμειναν ποτέ μαζί, η Πουλοπούλου έκανε πρόταση γάμου στον Κωνσταντάρα για να εισπράξει ένα μεγάλο «όχι», όπως δείχνουν τα πράγματα.
Και μετά ήρθε ο χωρισμός, ο οποίος, σύμφωνα με διηγήσεις κοντινών του προσώπων, ήταν πολύ ερωτικός, μέσα σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο.
Τελευταίος ερωτικός σταθμός στη ζωή του Λάμπρου Κωνσταντάρα η Φιλιώ Κεκάτου. Εκείνος ήταν 58 ετών και εκείνη μόλις 33.
Το 1971, νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο την κατά 25 χρόνια μικρότερή του Φιλιώ Κεκάτου, με την οποία πορεύτηκε έως το τέλος της ζωής του. Οι δυό τους είχαν γνωριστεί το 1961, μετά το θυελλώδες ειδύλλιό του με την Άννα Καλουτά και τον χωρισμό του από την πρώτη του σύζυγο.
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας με τη Τζένη Καρέζη
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έπαιξε στο ελληνικό θέατρο για 40 χρόνια, μετέχοντας σε 191 καταγεγραμμένες παραστάσεις διαφόρων έργων, ξένων και ελληνικών. Εμφανίστηκε σε πολλές ελληνικές πόλεις, καθώς επίσης και στην Κύπρο, την Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια. Η πρώτη του παράσταση στην Ελλάδα ήταν το καλοκαίρι του 1938 με τον θίασο της κυρίας Κατερίνας στο έργο «Τα παράσημα της γριούλας» του Φ. Μπάρυ και η τελευταία τον χειμώνα του 1978 με τον θίασο Λάμπρου Κωνσταντάρα – Νίκου Ρίζου – Μάρως Κοντού στο μιούζικαλ «Τρελές επαφές ρωμέικου τύπου» του Κώστα Πρετεντέρη. Για τη θεατρική του παρουσία χαρακτηρίστηκε ως ένας «υπέροχος ηθοποιός ρυθμού… (που) είχε σπάνια αίσθηση του θεατρικού χρόνου…. (με) τέλεια κατοχή των εκφραστικών μέσων».
Στον ρόλο του Μαυρογιαλούρου στην ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο» της Φίνος Φιλμ του 1965
Γνωστός στο ευρύ κοινό έγινε κυρίως μέσα από τους ρόλους του στον κινηματογράφο και παραμένει ιδιαίτερα αγαπητός και δημοφιλής και στις νέες γενιές, δεδομένου ότι οι μεγάλες του επιτυχίες εξακολουθούν να παίζονται ασταμάτητα από τα τηλεοπτικά κανάλια. Διακρίθηκε στο ρόλο του ώριμου, πλούσιου και γυναικά (Ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα, Η Βίλα των Οργίων, Τι 30, τι 40, τι 50 κλπ.) ή του «πατέρα» αρκετών γνωστών σταρ της εποχής (Η Αλίκη στο Ναυτικό, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Υιέ μου, υιέ μου κλπ). Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έπαιξε σύνολο σε 78 ελληνικές ταινίες, σε τέσσερις που γυρίστηκαν στη Γαλλία τη δεκαετία του 1930 («Αν ξανανεβούμε προς τα Ηλύσια Πεδία», «Σχολείο γυναικών», «Κουρσάρος», ενώ είναι άγνωστος ο τίτλος της τελευταίας) και σε μία ελληνική ταινία που γυρίστηκε στην Αίγυπτο το 1950, αλλά δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία γι’ αυτήν.
Κωνσταντάρας – Κοντού. Το αχώριστο ζευγάρι του κινηματογράφου.
Λάμπρος Κωσταντάρας – οι καλύτερες ατάκες του άρχοντα
Έτσι είναι από ψηλά οι θρυλικές καμπάνες στα «Αστέρια» Γλυφάδας. Ήταν η πιο κινηματογραφημένη πλαζ της Αθήνας όπου ο Κωνσταντάρας «φλέρταρε τις μικρούλες».
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας από το 1970 αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Υπέφερε από διαβήτη, αλλά ποτέ δεν πρόσεχε την διατροφή του.
Το 1978 αρρώστησε με διαβητική κρίση, που λίγο αργότερα τον οδήγησε σε ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο.
Τον Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, ενώ ετοιμαζόταν να πάει στην παράσταση, παρέλυσε η δεξιά του πλευρά, επηρεάζοντας κυρίως το χέρι και πόδι (ημιπληγία). Μεταφέρθηκε γρήγορα στο νοσοκομείο, όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Η υγεία του σταδιακά βελτιώθηκε, όχι όμως τελείως, παρά την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε για να επανέλθει.
Χωρίς να έχει αποθεραπευτεί πλήρως, γύρισε την τελευταία του ταινία το 1981 (Ο Λαμπρούκος μπαλαντέρ). Το εγκεφαλικό όμως του είχε αφήσει προβλήματα και στην ομιλία (κολλούσε σε κάποια σύμφωνα, όπως στο κ). Ωστόσο στα γυρίσματα της ταινίας ήταν, όπως πάντα, άψογος και οι υπόλοιποι ηθοποιοί έμεναν άφωνοι (Μάρω Κοντού, Νέλλη Γκίνη κλπ).
Ο Λαμπρούκος μπαλαντέρ (1981)
Μετά από αυτή την ταινία ανανεώθηκε, ηχογράφησε μάλιστα και ένα δίσκο με 12 τραγούδια του γιού του, δεδομένου ότι είχε καταπληκτική φωνή. Δυστυχώς όμως το καλοκαίρι του 1983 υπέστη δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο, το οποίο ήταν πιο βαρύ από το πρώτο και άφησε έντονα τα σημάδια του, καταλείποντας προβλήματα στην ομιλία και στην κινητικότητα του δεξιού του χεριού. Έκτοτε κλείστηκε στον εαυτό του καθηλωμένος πλέον, πέφτοντας σχεδόν σε κατάθλιψη, ενώ δεν ήθελε να δει κανέναν και κανείς να μην τον δει.
Έτσι πλέον απομονώθηκε στο σπίτι του στην Βάρκιζα. Δυστυχώς η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε σταδιακά, ώστε χρειάστηκε να μεταφερθεί εσπευσμένα στο Ασκληπιείο της Βούλας. Επέστρεψε στο σπίτι του, όπου πέρασε τις τελευταίες του μέρες άφωνος και καταβεβλημένος .
Στις 28 Ιουνίου 1985 ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από την ζωή σε ηλικία 72 ετών. Ο θάνατός του έγινε πρώτο θέμα στις εφημερίδες και τις ειδήσεις και συγκλόνισε το πανελλήνιο. Κηδεύτηκε παρουσία πλήθους κόσμου την επόμενη μέρα στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Πηγές: koolnews.gr / mixanitouxronou.gr