Υπέρ του Μητροπολίτη Γλυφάδας Αντωνίου αποφάσισε το Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο είχε προσφύγει ο Δήμαρχος Βάρης, Βούλας, Βουλιαγμένης κ. Γρηγόρης Κωνσταντέλος ζητώντας την ακύρωση της εκλογής του.
Πρόκειται για μια σημαντική νίκη τόσο της Εκκλησίας της Ελλάδος όσο και του ίδιου του Μητροπολίτη Αντωνίου, που δυο ημέρες πριν την Μ. Πέμπτη φαίνεται πως απελευθερώθηκε από τον «Σταυρό» που κλήθηκε να μεταφέρει στους ώμους του λίγες μόλις ημέρες μετά την εκλογή του.
Η ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
- ΣτΕ Γ΄ Τμ. 7μ. 588/2021
- ΣτΕ Γ΄ Τμ. 7μ. 589/2021
- Πρόεδρος: Δ. Σκαλτσούνης, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
- Εισηγητής: Ιφ. Αργυράκη, Σύμβουλος Επικρατείας
Εκλογή ως Μητροπολίτη ασκούντος καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου χωρίς οργανική θέση
Με τις 588/2021 και 589/2021 αποφάσεις της Επταμελούς Σύνθεσης του Γ΄ Τμήματος κρίθηκε ότι, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 1, 25 παρ. 1 και 2 και 27 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977), εκλόγιμοι για την πλήρωση θέσης χηρεύουσας Μητρόπολης είναι, κατ’ αρχήν, οι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων κληρικών. Εκλόγιμοι επίσης, χωρίς εγγραφή στον κατάλογο αυτόν, είναι οι σχολάζοντες Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος καθώς και οι Βοηθοί Επίσκοποι· προβλεπόταν δε η εκλογιμότητα Τιτουλαρίων Μητροπολιτών και Επισκόπων, χωρίς εγγραφή στον κατάλογο, όσων έφεραν τους εν λόγω τίτλους κατά την έναρξη ισχύος του Καταστατικού Χάρτη.
Περαιτέρω, ως προς τους Βοηθούς Επισκόπους, η αρχική βούληση του νομοθέτη ήταν να καταργήσει τις θέσεις τους με την κένωσή τους καθ’ οιονδήποτε τρόπο (άρθρο 27 του Καταστατικού Χάρτη, πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 13 του ν. 1951/1991)· στη συνέχεια, όμως, δημιούργησε εκ νέου θέσεις (άρθρα 13 ν. 1951/1991, 15 παρ. 8 ν. 2817/2000, 44 ν. 4521/2018) και προέβλεψε ρητά την εκλογιμότητα σε θέση Μητροπολίτη των εκλεγόμενων στις πιο πάνω οργανικές θέσεις Βοηθών Επισκόπων, στις οποίες όρισε ότι ασκούν, κατ’ αρχήν, τα καθήκοντα που τους αναθέτουν με πράξεις τους οι αρμόδιοι Ιεράρχες, μετά την εκλογή τους από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, από τον Κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων.
Εν όψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι είναι δυνατή κατά τον νόμο η ανάθεση καθηκόντων Βοηθού Επισκόπου χωρίς να απαιτείται σύσταση οργανικής θέσης (άρθρο 42 παρ. 2 εδ. γ του Καταστατικού Χάρτη), προκύπτει, για την ταυτότητα του λόγου, ότι και οι ασκούντες ανατεθειμένα καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου χωρίς οργανική θέση, εφόσον έχουν εκλεγεί προς τούτο από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας από τον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλόγιμων κληρικών, είναι ομοίως εκλόγιμοι σε θέση Μητροπολίτη. Με βάση τα ανωτέρω, έγινε δεκτό ότι ο Επίσκοπος Σαλώνων, ο οποίος είχε εκλεγεί από τον Κατάλογο των προς Αρχιερατεία Εκλόγιμων, από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τιτουλάριος Επίσκοπος παρά τη Αρχιεπισκοπή Αθηνών και ασκούσε καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών βάσει πράξεων του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, ήταν εκλόγιμος στην επίδικη θέση Μητροπολίτη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης.
Περαιτέρω, με τις πιο πάνω αποφάσεις κρίθηκε ότι από το άρθρο 25 παρ. 3 του Καταστατικού Χάρτη προκύπτει ότι επί ισοψηφίας εκλέγεται Μητροπολίτης, μεταξύ κληρικών με διαφορετικούς βαθμούς ο ανώτερος κατά τον βαθμό της ιερωσύνης, μεταξύ δε ομοιόβαθμων, εκείνος που κατέχει τα πρεσβεία της ιερωσύνης (αρχαιότητα από τη χειροτονία στον βαθμό). Η μη ρητή αναφορά του νόμου στην περίπτωση ισοψηφίας μεταξύ Επισκόπων/Μητροπολιτών και κληρικών κατώτερου βαθμού (πρεσβυτέρων ή διακόνων), δεν δημιουργεί κενό, καθόσον από την ίδια διάταξη συνάγεται ότι, και στην περίπτωση αυτή, ακολουθείται ο ίδιος κανόνας των ανωτέρω κριτηρίων και, επομένως, δεν τίθεται ζήτημα κατ’ αναλογία εφαρμογής άλλων διατάξεων, όπως των άρθρων 15 παρ. 3 εδ. β του Καταστατικού Χάρτη ή 15 παρ. 1 εδ. γ του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.