Στα 3Β υπάρχουν νέα παιδιά που διακρίνονται για τα ταλέντα τους. Τέτοια είναι η περίπτωση του Βουλιώτη Δημήτρη Αναγνωστόπουλου που αρθρογραφεί στη δίγλωσση (ελληνικά – αγγλικά) ελληνική έκδοση του αμερικανικής διεθνούς επιθεώρησης Foreign Affairs.
Στο πλαίσιο αυτό, το ilovevouliagmeni.gr αναδημοσιεύει την ενδιαφέρουσα ανάλυσή του για την «κινεζική σκέψη και τη δομή της παγκόσμιας ισχύος»:
Η κινεζική σκέψη και η δομή της παγκόσμιας ισχύος
Ο μεγαλύτερος “παίκτης” στην ιστορία
Αν αναλογιστεί κανείς ότι μεταξύ 2011-2013 η Κίνα παρήγε και αξιοποίησε περισσότερο τσιμέντο απ’ότι οι ΗΠΑ καθ’όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, ενώ για το έτος 2015 σε χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης, η οικονομία της Κίνας δημιουργούσε με όρους ΑΕΠ μια Ελλάδα ανά 16 εβδομάδες ή ένα Ισραήλ ανά 25, επιβεβαιώνει την ιδέα ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παίκτης στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Αναντίρρητα, παρά τις όσες ενδείξεις, η ταχύρρυθμος ανάδυση της Κίνας αναδεικνύεται πληρέστερα μέσα από την παγκόσμια στρατηγική ανάπτυξης υποδομών ονόματι Belt and Road Initiative, που υιοθετείται από την κινεζική κυβέρνηση από το 2013 και έκτοτε αποτελεί θεμέλιθο της εξωτερικής της πολιτικής. Το BRI αποβλέπει στην οικοδόμηση ενός ευρέος δικτύου σιδηροδρόμων, οπτικών ινών, ενεργειακών αγωγών, λεωφόρων, και αποδοτικής διέλευσης μεταξύ συνόρων, τόσο προς δυσμάς, ήτοι στις πρώην ορεινές δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, όσο και προς νότον, ήτοι το Πακιστάν, την Ινδία και την υπόλοιπη Νοτιοανατολική Ασία. Το εν λόγω κυβερνητικό πρόγραμμα είναι διφυές, καθότι διαθέτει τόσο χερσαίο όσο και θαλάσσιο σκέλος.
Όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο καθηγητής διεθνούς πολιτικής Robert Gilpin, ένας παράγοντας κεντρικής σημασίας για την αλλαγή του διεθνούς συστήματος είναι το ευρύτερο σύστημα επικοινωνιών και συγκοινωνιών που επικρατεί ανά περιόδους. Πώς όμως σχετίζεται το BRI με το ανωτέρω πεδίο και τί είδους μεταλλαγή ενέχει η ολοκλήρωσή του ;
Η φιλόδοξη προσπάθεια ανασύστασης του δρόμου του μεταξιού δια της οικοδομήσεως χερσαίων διαδρόμων επικοινωνίας κατά μήκος της ευρασιατικής ηπείρου, σε περίπτωση ολοκληρώσεως συνεπάγεται την εμπορική και οικονομική ενοποίηση της ευρασιατικής ηπείρου. Η μέχρι πρότινος αδύνατη οικονομική γεφύρωση ποικίλων κρατών της ευρασιατικής ηπείρου, όπως επί παραδείγματι οι δυσπρόσιτες οικονομίες της Κενρικής Ασίας, παρουσία του κινεζικού σχεδίου φαίνεται πλέον δυνατή. Το BRI φιλοδοξεί να υπερβεί τους μέχρι πρότινος γεωγραφικούς, πολιτικούς και οικονομικούς φραγμούς και να ενισχύσει δραματικά τη διασυνδεσιμότητα μεταξύ των κρατών της Ευρασίας. Οι επικείμενες μεγάλες μειώσεις στο κόστος των χερσαίων συγκοινωνιών σε συνδυασμό με την εμπλοκή άνω των 60 κρατών, ή των 2/3 του παγκόσμιου πληθυσμού, προμηνύουν τεκτονικές αλλαγές στο διεθνές σύστημα. Αλλαγές που δύνανται να αναδιαμορφώσουν, τουλάχιστον μερικώς, τη δομή της παγκόσμιας ισχύος. Εις επίρρωσιν του επιχειρήματος αυτού, κρίνεται απαραίτητη η σύγκριση της δομής ισχύος προηγούμενων υπερδυνάμεων με την διαμορφούμενη κινεζική.
Η κινεζική δομή ισχύος
Σύμφωνα με διάφορους αναλυτές, μεταξύ των οποίων και ο καθηγητής πολιτικής επιστήμης Modelski, μέσα από μεγάλους κύκλους συγκρούσεως, πλανητικές δυνάμεις υπήρξαν διαδοχικά η Πορτογαλία, η Ολλανδία, η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Δίδεται με σαφήνεια ότι κοινό χαρακτηριστικό των εν λόγω δυνάμεων υπήρξε η θαλάσσια δομή ισχύος. Δηλαδή, η κατάληψη και διατήρηση μιας δεσπόζουσας θέσης στο διεθνές σύστημα κατέστη δυνατή χάριν σε μια αξιόλογη υπεροχή στο θαλάσσιο περιβάλλον. Βάση ιστορικής εμπειρίας, ο έλεγχος της θάλασσας είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική άνθιση και την ευρύτερη ευημερία ενός έθνους. Διο και οι πλανητικές δυνάμεις έχουν κατ’εξοχήν ναυτική δομή ισχύος. Φερ’ειπείν, η διάταξη των ναυτικών δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών σήμερα εκφράζει με ιδιαίτερη σαφήνεια τον απώτερο αντικειμενικό σκοπό λειτουργικού ελέγχου του δικτύου, δηλαδή των σημαντικότερων υδάτινων κατά κύριο λόγο εμπορευματικών κόμβων και διαύλων επικοινωνίας.
Ανέκαθεν, το συνεχές του θαλάσσιου περιβάλλοντος καθιστά τη διασύνδεση μεταξύ των κρατών απείρως ευκολώτερη, και γι’αυτό, η επικράτηση σε μια σύγκρουση ή η εν γένει μακρόπνοη διατήρηση κυρίαρχης θέσης είναι αλληλένδετη με τη θαλάσσια υπεροχή. Η δομή λοιπόν της παγκόσμιας ισχύος υπήρξε ανέκαθεν θαλάσσια. Πού δείχνει να διαφοροποιείται η κινεζική δομή ισχύος ;
Η δυαδικότητα μεταξύ χερσαίας και θαλάσσιας ισχύος αποτελεί ένα διαρκές δομικό χαρακτηριστικό του διεθνούς συστήματος. Παρατηρώντας κανείς τον γεωπολιτικό χάρτη δύναται να διακρίνει δύο μεγάλες γεωστρατηγικές περιοχές. Από τη μία διακρίνεται ο ευρασιατικός ηπειρωτικός κόσμος με προεξάρχουσα δύναμη την Κίνα και από την άλλη ο ευρωατλαντικός χώρος με προεξάρχουσα δύναμη τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρά την πολυκεντρική μεταψυχροπολεμικά δομή του διεθνούς συστήματος, είναι ευκρινές το ότι Κίνα και Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν μεταξύ πολλών τους δύο ισχυρότερους δρώντες.
Το BRI και η στρατηγική κατεύθυνση της Κίνας
Όπως επισημάνθηκε προηγουμένως, το χερσαίο σκέλος του BRI επιδιώκει την λειτουργική και αποδοτική δικτύωση της ηπειρωτικής ευρασίας. Η εκπλήρωση του έργου θα προσφέρει μια ποιοτική διαφοροποίηση και αναβάθμιση της κινεζικής δομής ισχύος. Ξεκινώντας από τη δημογραφική παράμετρο, είναι γεγονός ότι η ηπειρωτική ευρασία συγκεντρώνει τα 3/4 του παγκόσμιου πληθυσμού. Πρόκειται συνεπώς για μια υπερμεγέθη αγορά, η οποία κατόπιν προσφυούς δικτύωσης, θα αποτελέσει μια σταθερή και επαρκή πηγή τροφοδοτήσεως της χερσαίας κινεζικής δομής ισχύος. Παρότι νομοτελειακώς, η χερσαία ισχύς, εν αντιθέσει προς τη θαλάσσια, υπόκειται σε χωρικό περιορισμό, στην περίπτωση της Κίνας, ο χωρικός περιορισμός αντισταθμίζεται από τη δυνατότητα αξιοποίησης του δημογραφικού πλούτου και του ανεξάντλητου οικονομικού δυναμικού του ευρασιατικού χώρου.
Η αμερικανική παρουσία στη Νότια Κινεζική Θάλασσα και η εν γένει παγιωμένη αμερικανική πρωτοκαθεδρία στο υγρό στοιχείο εμποδίζει την στροφή της Κίνας προς τη θάλασσα, που αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την υλοποίηση των γεωπολιτικών της φιλοδοξιών. Άλλωστε, ο ζωτικός της χώρος εξακολουθεί να βρίσκεται στο βαθύ γειτονικό της Ειρηνικό Ωκεανό και κυρίως στις εγγύτερες θάλασσες, ήτοι τη Νότια Κινεζική, την Ανατολική και την Κίτρινη θάλασσα. Όπως εκτιμούν και οι κινέζοι στρατηγιστές, εάν η σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες λάβει ένοπλη διάσταση, αυτή θα εξελιχθεί στη θάλασσα. Γι’αυτό και ο αμυντικός προϋπολογισμός της Κίνας αποδίδει έως τώρα ιδιαίτερη βαρύτητα στις ναυτικές δυνάμεις, επί τη βάσει μιας προωθημένης άμυνας για τον έλεγχο της πρώτης αλυσίδας νήσων ήτοι της Ιαπωνίας, της Ταϊβάν, των Φιλιππίνων και της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας.
Η κινεζική άμυνα βασίζεται στο δόγμα Anti Access/Area Denial (A2/AD). Πιο συγκεκριμένα, η Κίνα αναπτύσσει μια σειρά οπλικών συστήματων απαγόρευσης, ως επί το πλείστον πυραυλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς με ικανότητα πλήγματος πέραν της πρώτης αλυσίδας νήσων, τα οποία εξυφαίνουν ένα πλέγμα αντιστάσεως και μια ζώνη απειλής για τις ναυτικές δυνάμεις κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατ’αυτόν τον τρόπο, η αταλάντευτη ναυτική υπεροχή των Ηνωμένων Πολιτειών υποσκάπτεται και περιορίζεται γεωγραφικά βαθιά στον Ειρηνικό Ωκεανό, δηλαδή μακριά από τις θαλάσσιες ζώνες κινεζικού ενδιαφέροντος.
Κατά την εκτίμηση του γράφοντος, η αποδοτικότητα του δόγματος απαγόρευσης σε συνδυασμό με τη χερσαία δικτύωση της ηπειρωτικής Ευρασίας ενδέχεται να υποβαθμίσει το ρόλο των ναυτικών δυνάμεων στην κινεζική δομή ισχύος, τόσο λόγω της βαρυτικής έλξης που ασκεί ο ευρασιατικός χώρος όσο και του υπερβολικού κόστους που επιφέρει η ναυτική εξίσωση και εν συνεχεία υπεροχή έναντι των ΗΠΑ. Ως εκ τούτου, ενδέχεται σταδιακά να διαγραφεί με μεγαλύτερη ευκρίνεια το δίπολο κινεζικής χερσαίας- αμερικανικής θαλάσσιας ισχύος.
Δοθέντος ότι η Κίνα είναι η ανερχόμενη πλανητική δύναμη, η αναβάθμιση της ηπειρωτικής Ευρασίας και η συγκρότηση μιας ως επί το πλείστον χερσαίας δομής ισχύος με έμφαση στο δόγμα απαγόρευσης και άρνησης περιοχής θα πρέπει να εκτιμηθεί εις βάθος. Κι’αυτό διότι αντιβαίνει στην μέχρι πρότινος θαλάσσια δομή ισχύος των πλανητικών δυνάμεων, κάτι που σε συνδυασμό με την αποτελεσματικότητα των χερσαίων συγκοινωνιών και του δόγματος αντιπρόσβασης ενδέχεται μακροπρόθεσμα να επισύρει μια, αγνώστου εύρους, υποβάθμιση της κεντρικότητας της ναυτικής ισχύος. Είναι ένα ενδεχόμενο που χρήζει περαιτέρω αναλύσεως και θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν καθότι αφορά στην ίδια τη διάρθρωση του διεθνούς συστήματος. Η “στροφή προς την Ευρασία” αποτελεί μια πολιτική η οποία, όπως θα δούμε παρακάτω, δείχνει να προσιδιάζει περισσότερο στον κινεζικό τρόπο σκέψης.
Η κινεζική κοσμοαντίληψη
Είναι ευρέως παραδεδεγμένο το γεγονός ότι το διεθνές σύστημα διανύει μια περίοδο «ηγεμονικής μετάβασης». Αν και σε πρώιμο στάδιο, η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από τη διαδοχή ηγεμονικών δυνάμεων, μια διαδικασία η οποία, ιστορικά, όπως διαπιστώνει και ο Robert Gilpin, συνοδεύεται συνήθως από πόλεμο. Εν προκειμένω, η ανερχόμενη δύναμη Κίνα αρχίζει, βαθμιαία και σταθερά, να διαδέχεται την υφιστάμενη ηγεμονική δύναμη, τις ΗΠΑ. Ειρήσθω εν παρόδω, ότι, οι πιθανότητες κινεζικής ηγεμονίας στο διεθνές σύστημα δεν είναι απλώς βάσιμες, αλλά εξαιρετικά σοβαρές.
Η εδραίωση της Κίνας ως ηγεμόνα του διεθνούς συστήματος συνεπάγεται αυτομάτως την παγίωση μιας νέας διεθνούς τάξεως, της οποίας κεντρικός άξονας περιστροφής θα είναι η Κίνα. Τουτέστιν, η Κίνας ως πλανητική πλέον δύναμη, θα μετεξελιχθεί σε πολιτικό, ιδεολογικό, οικονομικό και πολιτιστικό αστέρα προσανατολισμού της διεθνούς κοινότητα επηρεάζοντας σε εντυπωσιακό βάθος τα δομικά χαρακτηριστικά του διεθνούς συστήματος. Ως εκ τούτου, η πιθανότατη «σινοποίηση» του διεθνούς συστήματος καθιστά εύλογη την ανάλυση των εξής δύο ερωτημάτων: ποιές είναι οι προσδοκίες της ανερχόμενης πλανητικής δύναμης, και, κυρίως, ποιά είναι τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της κινεζικής σκέψης, εφόσον αυτή πρόκειται να ακτινοβολήσει οικουμενικώς;
Ως προς το πρώτο ερώτημα, όσον αφορά δηλαδή τη στοχοθεσία της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής, αυτή συνοψίζεται σε τρεις βασικούς άξονες: επιθυμία περιφερειακής κυριαρχίας, αναγνώριση και σεβασμός από μέρους των γειτόνων της φυσικής υπεροχής της Κίνας, και, θέληση αξιοποίησης αυτής της κυριαρχίας και υπεροχής για την εξασφάλιση αρμονικής συνύπαρξης με τις γείτονες χώρες. Επί της ουσίας, η Κίνα θέλει να επαναφέρει την κυριαρχία που διέθετε στην Ασία πρό της εισβολής της Δύσεως, να επανεδραιώσει τον έλεγχο επί των περιοχών της “μεγαλύτερης Κίνας”, δηλαδή τόσο του Ξινγιάνγκ και του Θιβέτ όσο και του Χόνγκ Κόνγκ και της Ταϊβάν, να ανακτήσει την ιστορική σφαίρα επιρροής της και να εμπνεύσει στις υπόλοιπες δυνάμεις το σεβασμό που της αναλογεί. Ως προς την εξωτερική πολιτική της Κίνας, κατά την εκτίμηση του γράφοντος, θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν μια σημαντική ψυχολογική παράμετρος. Η άνοδος της Κίνας ταυτίζεται με την έξοδο από μια τραυματική ιστορικά περίοδο, έναν “αιώνα ταπείνωσης”, όπως η ίδια τον χαρακτηρίζει, μεστό επιζήμιας δυτικής και ιαπωνικής παρεμβατικότητας, όπως η χαρακτηριστική ιαπωνική εισβολή του 1937. Η χρονική αυτή ταύτιση, είναι δηλωτική της κινεζικής αποφασιστικότητας αλλά και της πάση θυσία αποφυγής οποιασδήποτε υποταγής.
Όσον αφορά την εν γένει κινεζική κοσμοαντίληψη, αυτή διαφέρει εντόνως από την σύγχρονη οικεία δυτική. Ο έντονος εθνοκεντρισμός, η αίσθηση φυσικής και απολύτου πολιτιστικής υπεροχής(όπως μαρτυρά το ίδιο της το όνομα zhong guo, δηλαδή Κεντρικό Βασίλειο, όχι υπό την έννοια της ενδιαμέσου θέσης αλλά υπό την έννοια του κέντρου των πάντων), ο ακραίος κρατικός συγκεντρωτισμός, η ιεραρχική αυστηρότητα, είναι μερικά από τα συνθετικά στοιχεία της σύγχρονης κινεζικής πραγματικότητας που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν, εφόσον πλαισιώνουν τη φυσιογνωμία της χώρας.
Έννοιες της κινεζικής στρατηγικής σκέψης
Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, η προσπάθεια προσέγγισης και κατανόησης της διαμετρικά αντιθέτου κινεζικής σκέψης είναι ιδιαίτερα σημαντική. Υπό το φώς της διατριβής του Φρανσουά Ζυλλιέν στη κινεζική φιλοσοφία, η αποσαφήνιση θεμελιακών εννοιών της κινεζικής σκέψης, ιδίως στο πεδίο της στρατηγικής, δύναται να συνεισφέρει διττώς: πρώτον, στη διάγνωση της συμπεριφοράς της Κίνας εν γένει και δεύτερον, στην ανίχνευση πιθανών τάσεων/κατευθύνσεων που μπορεί να προσλάβει η κινεζική υψηλή στρατηγική μελλοντικά.
Συνεχίζοντας λοιπόν, είναι κρυστάλλινης υποστάσεως το γεγονός ότι η Κίνα αποτελεί έναν αλλότριο κόσμο σε σχέση με τις ευρωπαϊκές/δυτικές αναφορές. Δικαίως ο γάλλος φιλόσοφος Φουκώ κάνει λόγο για την «ετεροτοπία» της Κίνας. Διό και η κατανόηση της κινεζικής στρατηγικής αντίληψης προϋποθέτει έναν ολικό αναπροσανατολισμό της σκέψης εφόσον ο κινεζικός πολιτισμός διαθέτει ένα ριζικά διαφορετικό βάθρο συνεννόησης.
Όπως επισημαίνει ο Φρανσουά Ζυλλιέν, ο ελληνογενής δυτικός τρόπος σκέψης εδράζεται στην προτυπολογική σκέψη, βάση της οποίας κατασκευάζω ένα ιδεατό πρότυπο, μια ιδεατή μορφή την οποία σχεδιάζω και θέτω ως στόχο προκειμένου να φέρω το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ως γνωστόν, στο πραγματικό πεδίο, εμφιλοχωρούν νέες παράμετροι, οι περιστάσεις αλλάζουν, οι συνθήκες τροποποιούνται με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα χάσμα μεταξύ προτύπου, δηλαδή σχεδίου και πραγματικότητας. Το χάσμα αυτό εκφράζεται και στη γνωστή διάκριση μεταξύ απόλυτου και πραγματικού πολέμου, στην οποία προβαίνει ο Κλαούζεβιτς. Εν τοις πράγμασι λοιπόν, αναλαμβάνει η βουλησιαρχία του υποκειμένου, το οποίο υπό τις διαρκώς ανανεούμενες συνθήκες σταθμίζει την κατάσταση και παρεμβαίνει προκειμένου να πετύχει άμεσα το επιθυμούμενο αποτέλεσμα.
Η κινεζική στρατηγική σκέψη αντιπαραβάλλει τη ρευστότητα των περιστάσεων, τονίζοντας ότι καμία κατάσταση δεν είναι μαθηματικοποιήσιμη και σχηματοποιήσιμη. Η κινεζική σκέψη επικεντρώνεται αντιθέτως στην ίδια την κατάσταση (σινγκ) και κυρίως στο εσωτερικό δυναμικό της κατάστασης (σε). Δεν υπάρχει στοχοθεσία, διότι ο στόχος θα αποτελούσε ένα βάρος που θα εμπόδιζε να κοιτάξει κανείς με διαύγεια το πώς εξελίσσεται η κατάσταση. Η στρατηγική σύμφωνα με τους κινέζους, είναι η δυνατότητα να εντοπίζει κανείς εκ των προτέρων τα ευνοϊκά στοιχεία, τις πρόσφορες συνθήκες μέσα σε μια κατάσταση, έτσι ώστε να λάβει το μέγιστο ωφέλιμο από αυτές. Ο καλός στρατηγός ανιχνεύει και εκμεταλλεύεται μια ορισμένη ευνοϊκή διάταξη πραγμάτων, ενώ παράλληλα προσπαθεί να περιορίσει τους παράγοντες που ευνοούν τον αντίπαλο. Κατ’αυτόν τον τρόπο, μετακυλίονται οι γόνιμες συνθήκες προς τη δική του μεριά και το δυναμικό της κατάστασης μεταστρέφεται προς όφελός του. Η αποτελεσματικότητα έγκειται στο να ωθήσει μεθοδικά τον εχθρό σε σύγχυση, ταραχή, αποδιάρθρωση, ήτοι στην απώλεια του δυναμικού του. Ο μεγάλος κανόνας της κινεζικής στρατηγικής είναι ότι η μάχη θα πρέπει να ξεκινήσει όταν ο αντίπαλος έχει ήδη ηττηθεί. Θα πρέπει να αποφεύγεται τόσο η ανυπομονησία όσο και η αδράνεια, ενόσω ωριμάζει η κατάσταση. Πρώτα διαβρώνω το δυναμικό του αντιπάλου και έπειτα τον αντιμετωπίζω.
Η κινεζική σκέψη στοχάστηκε επίσης σε βάθος την έννοια της διαδικασίας και της ωρίμανσης, όπως εξόχως εκφράζει η παραδοσιακή εικόνα ενός αναπτυσσόμενου φυτού. Ξεκινώντας από την ίδια την κατάσταση και όχι από το υποκείμενο, το εγώ, η κινεζική αποτελεσματικότητα είναι έμμεση και πηγάζει από τους πρόσφορους παράγοντες. Δεν είναι καρπός ανθρώπινης παρεμβατικότητας, όπως υπαγορεύει ο δυτικός τρόπος σκέψης, ο οποίος αδυνατεί να συλλάβει την αυτοφυΐα των διαδικασιών, όπως η διαδικασία ανάπτυξης ενός φυτού. Εις επίρρωσιν του επιχειρήματος αυτού, αναφέρεται ότι ο κινεζικός πολιτισμός είναι ο μόνος μεγάλος πολιτισμός που δεν γνώρισε επική ποίηση, μια ποίηση με επίκεντρο την προσωπικότητα και την ατομική πράξη.
Ακόμη, κεντρική θέση στη κινεζική φιλοσοφία καταλαμβάνει η έννοια της απραγίας. Η απραγία, μέσα από μία δυτική θέαση, ερμηνεύεται λανθασμένα ως ραθυμία, οκνηρία, αδιαφορία και παθητικότητα. Η απραγία παρότι αντώνυμη της πράξης, ταυτίζεται στην κινεζική σκέψη με την προοδευτική, συνεχή, άνευ επέμβασης ωρίμανση και μεταμόρφωση εκείνων των συνθηκών της κατάστασης που διαβρωτικά αφαιρούν από τον αντίπαλο τη δυναμική του. Το επιθυμούμενο αποτέλεσμα δεν παράγεται, εκμαιεύεται. Επί παραδείγματι, με όρους στρατηγικής, απέναντι σε έναν πόλεμο εκμηδένισης, η Κίνα προτάσσει έναν πόλεμο φθοράς και αποδιάρθρωσης, όπως ακριβώς τον διεξήγε επιτυχώς ο Μάο στον κινεζικό εμφύλιο πόλεμο. Εν ολίγοις, η κινεζική σκέψη ορίζει το εξής: αντί να κινηθείς με ορμή προς τα εμπρός, πράγμα επικίνδυνο και φθοροποιό, καλύτερα να αποσυρθείς και να αναμείνεις να σε αναζητήσουν οι ωφέλιμες συνθήκες της κατάστασης. Άλλωστε, ως γνωστόν, η διεθνής κοινότητα δεν είδε την άνοδο της Κίνας, απλώς τη διαπίστωσε.
Ιδιαίτερη επίσης βαρύτητα διαθέτει και η έννοια της ηθικής επιρροής. Κορυφαίος θεωρητικός, ο Μέγγιος, υποστηρίζει ότι, από άποψη αποτελεσματικότητας, η ηθική επιρροή είναι περισσότερο αποδοτική σε σχέση με την βία. Η ηθική μια έννοια που υπάγεται στην ήπια ισχύ, ενεργεί σε ένα πιο θεμελιακό επίπεδο, με τρόπο αδιόρατο και, συνεπώς, προσφυέστερα απ’ότι η ωμή βία. H ηθική παρεισφρέει βαθύτερα, κινείται ενδόμυχα, συνεπώς μια στρατηγική ήπιας ισχύος, όπως η στρατηγική της ηθικής, αν και βραδύτερη, είναι εντούτοις λεπτότερη και αποτελεσματικότερη από μια στρατηγική σκληρής ισχύος, όπως η στρατηγική του πολέμου.
Το κινεζικό “modus operandi”
Κατόπιν αναλύσεως των δύο ερωτημάτων, δύνανται να εξαχθούν ορισμένες εκτιμήσεις όσον αφορά το “modus operandi” της Κίνας. Οι παραπάνω υπογραμμίσεις δεν είναι προϊόν τυχαίας εκλογής. Αντιθέτως, συγκεντρώνουν την ουσία της ανάλυσης και αποτελούν τα κύρια προσδιοριστικά στοιχεία που μπορούν δυνητικά να επηρεάσουν/διαμορφώσουν την κινεζική εξωτερική πολιτική. Με άλλα λόγια, οι ως άνω υπογραμμίσεις είναι ένας οδοδείκτης στη προσπάθεια διάγνωσης της κινεζικής στρατηγικής. Πρώτα απ’όλα, το πολύ υψηλό εθνικό φρόνημα της Κίνας, το οποίο δεν συμπλέει με τη σύγχρονη νεωτερική δυτική παράδοση, είναι συνώνυμο μιας εν γένει σοβαρότητας, πυγμής, προσήλωσης και συστράτευσης του έθνους ενώπιον των κινεζικών φιλοδοξιών. Η αυταπάρνηση και η τάση συσπείρωσης ενώπιον ανώτερων στόχων, συμπληρώνεται από τον υψηλό βαθμό συγκεντρωτισμού που διέπει την εσωτερική κρατική διάρθρωση/οργάνωση/συγκρότηση της Κίνας. Η Κίνα λοιπόν δεν αμφιρρέπει. Έχει σαφή γραμμή πλεύσης και πλατιά λαϊκή νομιμοποίηση για την υλοποίηση των στόχων της.
Για την Κίνα, η σταδιακή μετατροπή της σε πλανητική δύναμη, είναι ο καρπός μιας μακρόχρονης διαδικασίας, η οποία βρίσκεται ήδη εν εξελίξει. Όσο η διαδικασία αυτή εξελίσσεται βαθμιαία και σταθερά, η Κίνα αφήνει όλες τις ευνοϊκές συνθήκες να ωριμάσουν, και, με τη πάροδο του χρόνου, να διαβρώσουν το δυναμικό των Ηνωμένων Πολιτειών που αποτελούν την κύρια δύναμη αποτροπής και ανάσχεσης. Εν μέσω μιας έντονης αμερικανικής εσωστρέφειας, η Κίνα προσπαθεί να αμβλύνει την αμερικανική επιρροή προσεγγίζοντας γειτονικά κράτη, ιδίως συμμάχους των ΗΠΑ, όπως το Βιετνάμ, η Ταϊβάν και η Ιαπωνία. Η προώθηση φερ’ ειπείν του Νέου Μοντέλου ιδέας “η Ασία για τους Ασιάτες” αποβλέπει στην υπονόμευση των διπλωματικών και ηθικών ερεισμάτων των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιφέρεια της Κίνας. H σταδιακή αποδυνάμωση των ΗΠΑ ανοίγει των δρόμο για την περιφερειακή ηγεμονία της Κίνας, απαραίτητης προϋπόθεσης για παγκόσμια κυριαρχία. Ωστόσο, η αμερικανική στρατιωτική παρουσία σε συνδυασμό με υπολογίσιμες μη φιλικές προς την Κίνα δυνάμεις, όπως η Ιαπωνία, εγείρουν σοβαρά προβλήματα και αυξάνουν το κόστος για τη διασφάλιση άμεσης περιφερειακής υπεροχής. Το υψηλό διπλωματικό και στρατιωτικό κεφάλαιο συνθέτουν μια μορφή άμεσης προσέγγισης. Η Κίνα όμως, είναι υπέρμαχος της έμμεσης προσέγγισης. Αξιοποιώντας το ανεξάντλητο σχεδόν οικονομικό της κεφάλαιο, στράφηκε δυτικά, μέσω του BRI, δίνοντας έμφαση στην διαμόρφωση των διεθνών οικονομικών κανόνων, τεχνολογικών προτύπων, και πολιτικών θεσμών με γνώμονα το συμφέρον και την εικόνα της.
Αναντίρρητα, η πορεία προς δυσμάς, όχι απλώς προσιδιάζει, αλλά εφάπτεται πλήρως της κινεζικής στρατηγικής σκέψης. Είναι εξ’ολοκλήρου έμμεση, εφόσον η Κίνα δε προσπαθεί να παράξει αλλά να εκμαιεύσει μακροπρόθεσμα το επιθυμούμενο αποτέλεσμα. Είναι μια προσέγγιση διεισδυτική, ήπιας ισχύος, και συστημικής φύσεως, εφόσον επηρεάζει τα ίδια τα χαρακτηριστικά του διεθνούς συστήματος. Άρα, μια προσέγγιση που δίνει έμφαση στην ηθική επιρροή και εκδηλώνεται στο θεμελιακό επίπεδο του διεθνούς συστήματος.
Πιο συγκεκριμένα, η διείσδυση προς δυσμάς είναι μια στρατηγική που απονευρώνει αθόρυβα τις ΗΠΑ, καθότι αναδιαμορφώνει και αναδιατάσσει το διεθνές εμπορικό και οικονομικό δίκτυο, αφαιρώντας τον έλεγχό του από τις ΗΠΑ. Πέραν όμως των εμφανών γεωοικονομικών προεκτάσεων, η στροφή της Κίνας έχει και πολιτιστικό υπόβαθρο. Επί της ουσίας η Κίνα με οδηγό το BRI, θεμελιώνει ένα νέο γεωπολιτικό αφήγημα, το οποίο ορθώνεται έναντι της μέχρι τώρα δυτικοκεντρικής διάρθρωσης του διεθνούς συστήματος. Η οικονομική λοιπόν διεύρυνση συμπλέει με, και, εντείνει τελικώς, την πολιτιστική ακτινοβολία της Κίνας, εφόσον η Κίνα μετατρέπεται σε έναν νέο και ισχυρό πόλο έλξης της διεθνούς κοινότητας συλλήβδην.
Η ταύτιση της οικονομικής προόδου διαφόρων κρατών με το όνομα της Κίνας, πρόκειται να αυξήσει κατακόρυφα την ηθική επιρροή και να ενισχύσει μακροπρόθεσμα το κύρος της. Ανάμεσα σε δύο επιλογές, η Κίνα, αντί να προχωρήσει ευθέως σε ένα εκτεταμένο εξοπλιστικό πρόγραμμα και μια επιθετική πολυμερή διπλωματία προκειμένου να αλλάξει άμεσα τους συσχετισμούς ισχύος και να καταστεί περιφερειακός ηγεμόνας, δείχνει να μετέρχεται πρακτικές ήπιας ισχύος. Επιλέγει να ανασχηματίσει έμμεσα τους όρους λειτουργίας του διεθνούς συστήματος, να αποκτήσει σταδιακά τον έλεγχο του λειτουργικού εμπορικού και οικονομικού δικτύου, παγιώνοντας αναίμακτα σε βάθος χρόνου την πρωτοκαθεδρία της. Ακριβώς όπως ένα αναπτυσσόμενο φυτό, ατενίζοντας δυτικά, η Κίνα υποβοηθά και δε βιάζει την αυτοφυή διαδικασία εξέλιξής της σε ηγεμόνα του διεθνούς συστήματος.
Ενδεχομένως, το κενό που δημιουργεί η πολιτισμική παρακμή της Δύσεως, να καλυφθεί από την έρρυθμη αύξηση της κινεζικής ισχύος και της ηθικής της επιρροής. Η πρόγνωση ωστόσο εξελίξεων τοιαύτης κλίμακας, στερείται επιστημονικής εγκυρότητας και περιορίζεται αποκλειστικά στη σφαίρα των υποθέσεων. Η παραπάνω συνοπτική ανάλυση της κινεζικής σκέψης και των γεωπολιτικών της προεκτάσεων, δεν είναι απολύτως αντικειμενική, εφόσον εμφιλοχωρεί το υποκειμενικό στοιχείο προσωπικών υποθέσεων, σχολιασμών και πιθανολογήσεων. Παράλληλα, η ψυχοσύνθεση και το νοοτροπικό επίπεδο ενός ολόκληρου έθνους, μπορεί να ερευνηθεί μόνον σε γενικές γραμμές και κατά προσέγγιση. Συνεπώς, ο αναγνώστης δεν δύναται να οδηγηθεί σε ασφαλή συμπεράσματα όσον αφορά την εύθετη κατεύθυνση της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής. Μπορεί όμως, και πρέπει, να εμπνευσθεί και να ερευνήσει περαιτέρω, συνεισφέροντας στην προσπάθεια κατανοήσεως της ιδιάζουσας κινεζικής νοοτροπίας.
* Ο Δημήτρης Αναγνωστόπουλος είναι: Αριστούχος του Τμήματος Διεθνών Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Πάντειου Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνεργάτης της ιστοσελίδας διεθνοπολιτικών αναλύσεων Pecunia et Bellum.