Πόσο πιθανός είναι ο κίνδυνος να «μεταναστεύσουν» από το κέντρο δραστηριότητες που του δίνουν ζωντάνια και «ποικιλία».
Ανάμεσα στο πλήθος των ειδήσεων που ισοπεδώνει η μείζων επικαιρότητα είχε περάσει στα ψιλά των εφημερίδων και η παρακάτω: τον περασμένο Δεκέμβριο έπεσαν οι υπογραφές για το μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα στη Lamda Development και τη Eurobank για τη μεταφορά των γραφείων της τράπεζας στο Ελληνικό, στον αποκαλούμενο Πύργο Γραφείων, εκτιμώμενου ύψους άνω των 100 μέτρων και συνολικού εμβαδού 40.000 τ.μ. Σύμφωνα με την τότε ανακοίνωση της Eurobank, «η κίνηση αυτή στοχεύει στη συγκέντρωση των κεντρικών γραφείων και των περισσότερων υπηρεσιών της τράπεζας σε ένα κτίριο που θα ικανοποιεί όλες τις σύγχρονες περιβαλλοντικές προδιαγραφές και έχει σκοπό την επίτευξη οικονομιών κλίμακος και σημαντική μείωση του σχετικού λειτουργικού κόστους».
Ομως δεν ήταν το πρώτο deal ανάμεσα στον επενδυτή του Ελληνικού και μεγάλο τραπεζικό όμιλο. Λίγους μήνες νωρίτερα, το καλοκαίρι του 2021 η Lamda Development είχε ανακοινώσει συμφωνία 147 εκατ. ευρώ με την Τράπεζα Πειραιώς για τη μετεγκατάσταση και των δικών της κεντρικών γραφείων στο υπερσύγχρονο επιχειρηματικό κέντρο της λεωφόρου Βουλιαγμένης, πάντα στο πλαίσιο της ανάπλασης του Ελληνικού. Διαβάζουμε σε ρεπορτάζ εκείνων των ημερών: «Η ζήτηση που εκδηλώνεται για χώρους στο Επιχειρηματικό Κέντρο είναι ήδη μεγάλη και από πολλές άλλες επιχειρήσεις, καθώς υπάρχει τάση μεταφοράς από το κέντρο στο Ελληνικό».
Τώρα μπορείτε να κλείσετε τα μάτια σας και να ταξιδέψετε στην Αθήνα του 2027: οι εκατοντάδες εργαζόμενοι της Eurobank και της Πειραιώς, που μέχρι σήμερα πλημμύριζαν τα γραφεία των δύο τραπεζών στο κέντρο της Αθήνας, να αλλάζουν κατεύθυνση και να οδηγούν στην κάθοδο της λεωφόρου Βουλιαγμένης ή να παίρνουν το μετρό για το Ελληνικό. Φανταστείτε δύο από τα μεγαλύτερα και λαμπρότερα κτιριακά συγκροτήματα του αθηναϊκού κέντρου, το Μέγαρο Μποδοσάκη στην Αμαλίας και το (πάλαι ποτέ) κτίριο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού στην Αμερικής (ναι, εκεί όπου στεγάζεται το πολυκατάστημα Attica), άδεια, αποψιλωμένα από τη ζωή που τους έδιναν οι εκατοντάδες εργαζόμενοί τους. Φανταστείτε τα γειτονικά καφέ, τα εστιατόρια, τα καταστήματα, τα περίπτερα χωρίς την πολύτιμη παρουσία αυτών των ανθρώπων που σε λίγα χρόνια από σήμερα θα κάνουν lunch break στο εκτυφλωτικό, υπερσύγχρονο επιχειρηματικό κέντρο του Ελληνικού, 15 χιλιόμετρα μακριά. Σε αυτούς προσθέστε και τους περισσότερους από τους 20.000-25.000 υπαλλήλους των εννέα υπουργείων, που κάποια στιγμή θα μετακομίσουν στο σχεδιαζόμενο κυβερνητικό πάρκο της ΠΥΡΚΑΛ.
Στην αρχή, όταν ακόμα το Ελληνικό ήταν άγουρες μακέτες με πολύ πράσινο και ουρανοξύστες, ήταν ο μήνας του μέλιτος: η πόλη επιτέλους αγκαλιάζει το παραλιακό της μέτωπο, η μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη, η επένδυση του αιώνα, πολιτική διελκυστίνδα με τον «αντιαναπτυξιακό» ΣΥΡΙΖΑ να βάζει διαρκώς προσκόμματα στην ωρίμανση του πρότζεκτ και τον Αδωνι Γεωργιάδη να «υιοθετεί» σχεδόν το έργο κάνοντάς το μία από τις πολλές σημαίες του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Τώρα, όμως, που ολοκληρώθηκαν τα εγκαίνια για την έναρξη των κυρίως κατασκευαστικών έργων (παρουσία του πρωθυπουργού) αναδύεται ένα ερώτημα που δεν μας είχε απασχολήσει μέχρι σήμερα: η νέα πόλη που θα χτίζεται χρόνο με τον χρόνο μέχρι το τέλος της δεκαετίας προσελκύοντας τσουνάμι επενδύσεων, νέων υποδομών και δραστηριοτήτων, τι θα προκαλέσει στην υπόλοιπη Αθήνα και κυρίως στον κεντρικό τομέα της, στον μέχρι σήμερα αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή (οικονομικό, πνευματικό, τουριστικό, συμβολικό) του Λεκανοπεδίου;
«Τώρα είναι αργά…»
Αναζητώ τον Παναγιώτη Τουρνικιώτη, αρχιτέκτονα πολεοδόμο και μέχρι πρόσφατα καθηγητή στο ΕΜΠ και κοσμήτορα στη Σχολή Αρχιτεκτόνων. Τον πετυχαίνω στο Παρίσι. Ακούγεται σκεπτικός. «Δεν έχω να σας πω καλά πράγματα», με προειδοποιεί. «Το κέντρο θα συνεχίσει να χάνει τις δραστηριότητες στις οποίες εμπλέκονται ενεργητικά οι κάτοικοι όλης της πόλης, όπως είναι η διοίκηση, η κατοικία, το εμπόριο, η παραγωγή, η παιδεία, για να κερδίζουν τελικά μόνο ο τουρισμός και η αναψυχή. Και το κέντρο μας, αργά ή γρήγορα, θα γίνει ένα θεματικό πάρκο για Αθηναίους flâneurs και παγκόσμιους τουρίστες. Ξεχνάμε ή υποτιμάμε το γεγονός ότι η Αθήνα στήριξε τη μεταπολεμική της ανοικοδόμηση στο μικρό, συμμετοχικό κεφάλαιο: ιδιοκτήτες γης, μηχανικοί και εργολάβοι συνεργάστηκαν με τους μελλοντικούς ιδιοκτήτες χώρων κατοικίας και εργασίας για να συνθέσουν ένα πυκνό, κοινωνικά πλουραλιστικό δίκτυο ανθρώπων και δραστηριοτήτων. Μας το αναγνωρίζουν πια ως προτέρημα σε όλη την Ευρώπη.
Δεν συνέβη όμως το ίδιο σε άλλες μεγάλες πόλεις, στις οποίες η κατοικία και η πόλη χτίζονταν από το μεγάλο κεφάλαιο. Από το Τορόντο και το Ρότερνταμ έως το Ντουμπάι και την Απω Ανατολή. Και όμως αυτό συμβαίνει τώρα και σε εμάς, στο Ελληνικό. Μόνο που τρεις ουρανοξύστες στην παραλιακή ζώνη και τρία μεγάλα εμπορικά κέντρα δεν αφορούν πραγματικά και επί της ουσίας τον κάτοικο της Αθήνας. Επιπλέον, το κράτος απουσιάζει από το Ελληνικό, το πρότζεκτ διαμορφώνεται από έναν επιχειρηματικό όμιλο. Το κράτος απουσιάζει όπως απουσιάζει και ο στρατηγικός σχεδιασμός σε βάθος χρόνου για τη μεγάλη Αθήνα και τον δημόσιο χώρο. Ετσι ακριβώς αποδομούνται η κεντρικότητα και η μητροπολιτική αστικότητα. Και για να είμαι ξεκάθαρος, αυτή είναι μια πολιτική που έχουν ακολουθήσει όλες οι κυβερνήσεις στις τελευταίες δεκαετίες. Τώρα βέβαια είναι αργά για δάκρυα».
Kρίση ταυτότητας
«Το κέντρο θα συνεχίσει να χάνει τις δραστηριότητες στις οποίες εμπλέκονται ενεργητικά οι κάτοικοι όλης της πόλης, για να κερδίζουν τελικά μόνο ο τουρισμός και η αναψυχή».
Τη «μεγάλη εικόνα» προτιμά να βλέπει ο αρχιτέκτονας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών Πάνος Δραγώνας. Επισημαίνει ότι σήμερα η ομοιογενής πόλη της αντιπαροχής κατακερματίζεται και πολώνεται. Αποκτά μητροπολιτικά χαρακτηριστικά καθώς περιλαμβάνει διαφορετικές περιοχές με έντονες αντιθέσεις. «Με την επερχόμενη ανάπτυξη του παραλιακού μετώπου από το Φάληρο έως το Ελληνικό, η Αθήνα κάνει το αυτονόητο: στρέφεται επιτέλους στη θάλασσα και μετά από 200 χρόνια εγκαταλείπει την εξάρτησή της από την Ακρόπολη». Και πιστεύει ότι ο ανταγωνισμός με το Ελληνικό θα προκαλέσει μια κρίση ταυτότητας στο κέντρο της πόλης, που αυτή τη στιγμή μοιάζει αναγκαία.
«Η διαρκής επέκταση των τουριστικών εγκαταστάσεων μπορεί να αναζωογονεί υποβαθμισμένες περιοχές όπως η Ομόνοια, αλλά στερεί από την Αθήνα άλλες ευκαιρίες ανάπτυξης. Είναι, για παράδειγμα, η καλύτερη επιλογή για την πόλη η μετατροπή ιστορικών κτιρίων, όπως η Διπλάρειος σχολή, σε ξενοδοχεία; Δεν θα μπορούσαν εκεί να φιλοξενηθούν νέοι χώροι εκπαίδευσης, ενδεχομένως παραρτήματα διεθνών πανεπιστημίων τα οποία θα προσέλκυαν φοιτητές απ’ όλο τον κόσμο; Η μεταφορά δυναμικής και υποδομών αναψυχής προς τα νότια παράλια μπορεί να προσφέρει στο ιστορικό κέντρο τη δυνατότητα ανάπτυξης μιας νέας ταυτότητας με άξονες την εκπαίδευση και τον πολιτισμό. Δίνοντας δηλαδή προτεραιότητα σε δραστηριότητες που συνάδουν περισσότερο με το όνομα και την ιστορία της Αθήνας».
«Ωραίο μπετόν»
Στην πλατεία Κοτζιά το θέμα «Ελληνικό» δεν τίθεται ανοιχτά. Θεωρητικά προηγείται η διαχείριση ενός άλλου πρότζεκτ, της ΠΥΡΚΑΛ, όπως είχε πει σε συνέντευξή του στην «Κ» πριν από δύο Κυριακές ο δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης. Το υπό σχεδίαση κυβερνητικό πάρκο θα φιλοξενήσει εννέα υπουργεία που σήμερα στεγάζονται σε 127 κτίρια. Στην πραγματικότητα το κέντρο της Αθήνας απογυμνώνεται από τον διοικητικό πυρήνα του κράτους με τον οποίο ήταν ταυτισμένο για δύο αιώνες. Αλήθεια, φοβούνται στον Δήμο Αθηναίων ότι το Ελληνικό θα αφαιρέσει πολύτιμη οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα από το κέντρο της πόλης; Η απάντηση είναι «όχι».
Ο Κώστας Μπακογιάννης έχει την αυτοπεποίθηση να πιστεύει ότι η πρωτεύουσα διαθέτει ένα ακαταμάχητο πλεονέκτημα που είναι η Ιστορία της, το brand name της. «Το Ελληνικό είναι μπετόν· πολύ ωραίο μπετόν με καταπληκτική θέα, σύμφωνοι, αλλά η αυθεντικότητα της Αθήνας έχει άλλη γοητεία», λέει κατά τη διάρκεια μιας σύντομης συνάντησής μας. Στον δήμο πιστεύουν ότι το Ελληνικό μπορεί να είναι ευλογία (και όχι κατάρα). Αρκεί να προχωρήσουν γρήγορα οι αλλαγές που έχουν ήδη δρομολογηθεί, από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα έργα, από την παιδική χαρά μέχρι τη Διπλή Ανάπλαση.
Οσο για το σχέδιο της ΠΥΡΚΑΛ γνωρίζουν πολύ καλά στον δήμο ότι θα μείνουν με δεκάδες άδεια κτίρια σε νευραλγικά σημεία του κέντρου. Η πλατεία Κοτζιά έχει έτοιμη πρόταση να αξιοποιηθούν εμπορικά, να συνυπάρξουν πολιτιστικές χρήσεις αλλά και κοινωνική κατοικία. Και όσα δεν έχουν αρχιτεκτονική αξία να συζητηθεί η κατεδάφισή τους.
Διαφορετικές αγορές
«Το κέντρο δεν θα χάσει εύκολα τη δυναμική του», είναι η απάντηση που δίνει ο κ. Φάνης Σπηλιόπουλος, επικεφαλής του μεσιτικού γραφείου Infocasa, όσον αφορά τον άτυπο ανταγωνισμό ανάμεσα στο κέντρο και στα νότια προάστια στον χώρο του real estate. Πιστεύει ότι «μιλάμε για δύο διαφορετικές κατηγορίες πελατών», όσων αναζητούν τη διαχρονική αίγλη του κέντρου μιας πόλης και όσων προσανατολίζονται σε κατοικίες με περισσότερο παραθεριστικό και μεσογειακό χαρακτήρα.
«Με το Ελληνικό αλλά και με μια σειρά παράλληλων επενδυτικών σχεδίων στο παραλιακό μέτωπο η Αθήνα μπαίνει δυναμικά σε μια νέα αγορά που δεν είχε καταφέρει να αναπτύξει μέχρι σήμερα», επισημαίνει. «Το κέντρο είναι μια πολύ διαφορετική ιστορία, με διαφορετικό προφίλ αγοραστών. Διακρίνεται από ιδιαίτερη αναπτυξιακή ορμή και κατά τη γνώμη μου δεν κινδυνεύει να απαξιωθεί. Οι λόγοι είναι τρεις: οι τιμές της Αθήνας παραμένουν ακόμα σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της στη Μεσόγειο, η προσφορά είναι πολύ μικρότερη της ζήτησης και υπάρχει μεγάλος αριθμός ξένων που αναζητά μια βάση στην Αθήνα».
Η πρώτη φάση και το στοίχημα του 2025
«Το Ελληνικό ξεκίνησε και έως το 2025 ένα μεγάλο μέρος του θα είναι έτοιμο», είχε δηλώσει τον Νοέμβριο του 2021 ο διευθύνων σύμβουλος της Lamda Development Οδυσσέας Αθανασίου, κατά τη διάρκεια της τρίτης διαδικτυακής παρουσίασης του πρότζεκτ. Προτεραιότητα δίνεται σε όλους τους κοινόχρηστους χώρους, όπως είναι το πάρκο των 2.000 στρεμμάτων (ο στόχος είναι ένα σημαντικό μέρος του να παραδοθεί μέσα στο 2025), οι αθλητικές εγκαταστάσεις, το παράκτιο μέτωπο, οι μονάδες υγείας, τα σχολεία, το νέο κτίριο μετεγκατάστασης συλλόγων ΑμεΑ (ένα συγκρότημα 11.000 τ.μ., όπου θα συνεγκατασταθούν τέσσερα σωματεία παροχής φροντίδας σε άτομα με αναπηρία και το οποίο αναμένεται να είναι το πρώτο κτίριο που θα παραδοθεί, εντός του 2023). Αμεσα θα ξεκινήσουν και τα έργα υποδομής (θα δημιουργηθούν 50 χιλιόμετρα διαδρομών, πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι και δρόμοι ήπιας κυκλοφορίας), με προτεραιότητα στην υπογειοποίηση της λεωφόρου Ποσειδώνος σε μήκος 1,5 χλμ., αλλά και τα κατασκευαστικά έργα για τα περισσότερα εμβληματικά ψηλά κτίρια του σχεδίου (Marina Tower και Marina Galleria σε πρώτη φάση), που θα αλλάξουν τον ορίζοντα της Αθήνας μια για πάντα.
Πηγή: kathimerini.gr