
Γράφει ο Παναγιώτης Κόνσουλας,
Οικονομολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Οι αγροτικές κινητοποιήσεις εν μέσω της εορταστικής περιόδου δεν είναι ένα απλό επεισόδιο κοινωνικής πίεσης. Αποτελούν πολιτικό τεστ αντοχής για την οικονομία, τη διοίκηση και τη σχέση κράτους–παραγωγικών τάξεων, σε μια συγκυρία όπου η χώρα χρειάζεται κανονικότητα, προβλεψιμότητα και κοινωνική συνοχή. Οι δρόμοι γεμίζουν τρακτέρ, αλλά το πραγματικό διακύβευμα βρίσκεται πέρα από την εικόνα: αφορά τη λειτουργία της οικονομίας σε περίοδο αιχμής, σε έναν χρόνο που η σταθερότητα αποκτά ιδιαίτερη πολιτική και κοινωνική αξία.
Η εορταστική περίοδος αποτελεί παραδοσιακά σημείο αναφοράς για την οικονομική δραστηριότητα. Λιανεμπόριο, εστίαση, μεταφορές και εσωτερικός τουρισμός στηρίζουν σημαντικό μέρος του ετήσιου κύκλου εργασιών τους στις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Κάθε διατάραξη της ομαλής λειτουργίας της αγοράς έχει άμεσο οικονομικό αποτύπωμα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που η κατανάλωση λειτουργεί ως βασικός μοχλός ανάπτυξης και ψυχολογίας.
Τα αγροτικά μπλόκα σε βασικούς οδικούς άξονες επηρεάζουν τη ροή προϊόντων και τη μετακίνηση πολιτών και εργαζομένων. Οι καθυστερήσεις στη διακίνηση τροφίμων δημιουργούν πιέσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα, αυξάνουν το κόστος και ενισχύουν την αβεβαιότητα. Για τις επιχειρήσεις, το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι καθυστερήσεις, αλλά η απουσία προβλεψιμότητας σε μια κρίσιμη χρονικά περίοδο.
Οι επιπτώσεις γίνονται αισθητές και στην καθημερινότητα των πολιτών. Οι μετακινήσεις δυσχεραίνονται, ο εσωτερικός τουρισμός επηρεάζεται και τοπικές οικονομίες που στηρίζονται στις γιορτές δοκιμάζονται. Η κοινωνία καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην κατανόηση των αιτημάτων των αγροτών και στην ανάγκη απρόσκοπτης λειτουργίας της οικονομικής ζωής.
Την ίδια στιγμή, οι κινητοποιήσεις αναδεικνύουν υπαρκτές δυσκολίες του πρωτογενούς τομέα. Το αυξημένο κόστος παραγωγής, οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης και οι διακυμάνσεις των τιμών συνθέτουν ένα απαιτητικό περιβάλλον για τους παραγωγούς. Η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια έχει προχωρήσει σε στοχευμένες παρεμβάσεις στήριξης, ιδίως σε επίπεδο ενέργειας, φορολογίας και αποζημιώσεων για φυσικές καταστροφές, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα του αγροτικού κόσμου και περιορίζοντας ακραίες πιέσεις.
Το πολιτικό ζητούμενο ωστόσο, είναι η ισορροπία. Η διασφάλιση της οικονομικής ομαλότητας και της κοινωνικής συνοχής πρέπει να συνδυάζεται με έναν ειλικρινή και διαρκή διάλογο με τον αγροτικό κόσμο. Οι δρόμοι δεν μπορούν να αποτελούν μόνιμο μηχανισμό πολιτικής διαπραγμάτευσης, αλλά ούτε και τα προβλήματα να αγνοούνται από την Πολιτεία.
Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, απαιτείται ένα συνεκτικό, πολυετές σχέδιο για τον πρωτογενή τομέα. Μείωση του κόστους παραγωγής, δίκαιη λειτουργία της αγοράς και προσαρμογή στις νέες κλιματικές συνθήκες, αποτελούν βασικούς άξονες για τη βιωσιμότητα της αγροτικής παραγωγής και την κοινωνική συνοχή.
Η πολιτική διαχείριση τέτοιων κινητοποιήσεων απαιτεί ψυχραιμία, θεσμική συνέπεια και καθαρές επιλογές. Η ενίσχυση του διαλόγου, η αξιοποίηση ευρωπαϊκών εργαλείων και η στοχευμένη στήριξη μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά για επαναλαμβανόμενες εντάσεις. Σε κάθε περίπτωση, η οικονομία χρειάζεται κανόνες και συνέχεια, ώστε η κοινωνική διαμαρτυρία να μεταφράζεται σε λύσεις και όχι σε διαρκή αβεβαιότητα. Σε μια περίοδο που η χώρα αναζητά σταθερότητα και εμπιστοσύνη, η πραγματική πρόκληση δεν είναι ποιος κλείνει τους δρόμους, αλλά ποιος κρατά ανοιχτό τον δρόμο της σοβαρότητας και της λύσης.


